Press "Enter" to skip to content

Ανεμομαζώματα δημοψηφίσματα

Πέρασαν κιόλας δύο χρόνια από μία από τις πιο τραγελαφικές περιόδους της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, που απέδειξε στον πιο τρανό βαθμό σε τι σημείο μπορεί να γίνει (και να παραμείνει) πανηγυρτζής αυτός ο λαός. Μην αρχίζετε να σκέφτεστε το φιλότιμο, τον μουσακά, τα σουβλάκια, τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα… ντάξει, καλά όλα αυτά, αλλά τα κληρονομήσαμε κατά μεγάλη μας τύχη. Αυτό που συνέβη στα τέλη Ιούνη με αρχές Ιούλη του 2015 είναι η σφραγίδα πάνω στη σημερινή μας ταυτότητα. Σφραγίδα με μελάνι κατάμαυρο και ανεξίτηλο, δυστυχώς.

Από εκείνες τις μέρες περίμενα να φτάσουν οι τωρινές οι μέρες, δηλαδή να περάσει ο καιρός, για να βάλω κάτω όλα αυτά που έχουν γίνει από τότε και να μετρήσουμε το μπόι της σκέψης μας, της προσωπικής αλλά και της συλλογικής.

Οι μέρες της προσωπικής παράνοιας

Ξεκινάω όλο το γράψιμο από την αυτοκριτική. Ντάξει, δεν είναι τόσο αυτοκριτικό το κείμενο, στο τέλος θα δείτε, θα καταλήξω ότι έχω δίκιο, αλλά μια ανασκόπηση στην προσωπική μου κατάσταση είναι πάντα ενδιαφέρουσα. Βοηθάει να καταλάβει κανείς και ποιος είναι τέλος πάντων αυτός που γράφει τα όσα ακολουθούν παρακάτω.

Οι μέρες εκείνες που το ελληνικό καλοκαίρι φούντωνε, με λίγα λόγια “έπιαναν οι ζέστες”, ήταν μέρες που πρέπει να διαγράφησαν οριστικά από τη ζωή μου μερικές δεκάδες άνθρωποι. Μην περιμένετε να τους τσουβαλιάσετε σε Ναίδες και Όχιδες κι απ’τα δύο ήταν. Η απαλεψιά έφτασε σε τέτοια επίπεδα που κάθε όριο υπομονής των προσβολών και της αποψάρας του καθενός είχε ξεπεραστεί. Υπήρχε κόσμος που ξαφνικά από τις 26 Ιούνη το βράδυ, μέρα Παρασκευή, μέχρι τις 5 Ιούλη, μέρα Κυριακή του δημοψηφίσματος (και λίγες μέρες μετά – εκεί στη 17ωρη “μάχη” με τον έρπητα), είχε ξαφνικά γίνει πολιτική διάνοια, ήξερε τα πάντα για τους συσχετισμούς στην Ευρώπη, τα στρατηγικά ατού της Ελλάδας, τη νέα γραμμή της ήπιας επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας και κάθε άλλου είδους μπαρούφα (ή βαρούφα).

Πριν συνεχίσω να μιλάω για τους άλλους, που θα το κάνω παρακάτω και αυτός ακριβώς είναι και ο σκοπός μου, πρέπει να πω τι έκανα εγώ. Τα κοινωνικά δίκτυα κόντευαν να μου τρυπήσουν το στομάχι. Τόση βλακεία που υπήρχε μαζεμένη, τόσα απάλευτα επιχειρήματα που έβρισκε ο καθένας για να υποστηρίξει αυτό που εξ’ αρχής ήθελε να υποστηρίξει, δε μπορούσαν να περάσουν στα ψιλά και στα χαλαρά. Κάποια στιγμή μάλιστα διέγραψα προσωρινά και τους λογαριασμούς μου, μέχρι να καταλάβω ότι όλη η τεχνολογία που χρησιμοποιώ σχετίζεται μ’αυτούς και άρα πρέπει να υπομένω ότι λέγεται και ακούγεται. Αυτή η υποχρεωτική εισβολή της σαπίλας, που εν μέρει εκουσίως έχουμε αποδεχτεί, ήταν ίσως ότι χειρότερο μπορούσε να μου συμβεί σ’εκείνη τη φάση.

Τι να κάνω κι εγώ λοιπόν, θεώρησα ότι τουλάχιστον ο κόσμος που γνώριζα, ακόμα κι αν διαφωνούσε μαζί μου, θα μπορούσε να μιλήσει σε ένα ανθρώπινο πλαίσιο. Αμ δε… Άκουσα και διάβασα τόσα προσβλητικά σχόλια από τους νέους Μαρξ, Σμιθ, Κρούγκμαν και Σία του ελληνικού καναπέ που κατάλαβα ότι αν δεν έλεγες ή όσα έλεγε ο Πρετεντέρης κι ο Άδωνις, ή όσα φώναζαν οι “επαναστάται” του ενιαίου κι αδιαίρετου τότε ΣΥΡΙΖΑ, με Ζωήδες, Βαρουφάκηδες, Λαφαζαναίους και Τσιπραίους όλους μαζί, δεν είχες δικαίωμα να μιλάς για κανέναν. Από την άλλη αν έλεγες κάτι που έλεγαν αυτοί τότε ήσουν οκ για τους μισούς.

Θα το γράψω τώρα, γιατί τότε δεν το έγραφα, εκείνες τις μέρες με εκείνες τις συνθήκες. Εδώ και αρκετά χρόνια κάνω μια σοβαρή προσωπική προσπάθεια να μαθαίνω τον τρόπο με τον οποίο κινείται η οικονομία του καπιταλισμού, γενικότερα η οικονομικές σχέσεις κατά την ανθρώπινη ιστορία και προσπαθώ να βάζω κάτω ιστορικά στοιχεία και στατιστικές για να βγάζω συμπεράσματα. Όλα όσα καταλαβαίνω είναι κομμάτια που συνθέτουν ένα παζλ, που του λείπουν βεβαίως πολλά κομμάτια, αλλά όσο κάνω αυτή την προσπάθεια όλο και περισσότερα ενώνονται.

Δε διεκδικώ και ούτε διεκδικούσα ποτέ την απόλυτη αλήθεια, έτσι κι αλλιώς όλα όσα ξέρω είναι αποτελέσματα έρευνας άλλων και όχι δικής μου. Εγώ είμαι απλά ο αποδέκτης που προσπαθεί να βγάλει συμπεράσματα από αυτά τα αποτελέσματα και φυσικά καθ’ ότι ένας και μόνος, ενέχουν και τον κίνδυνο της υποκειμενικότητας. Όμως, όταν κάποιος δεν έχει κάνει την παραμικρή προσπάθεια για κάτι τέτοιο και προσπαθεί να εμφανίσει την άγνοιά του και μαζί την ηλιθιότητά του το ίδιο σημαντική με την όποια δική μου γνώση, τότε καταλαβαίνει εύκολα κάθε νοήμων άνθρωπος ότι τα περιθώρια σεβασμού του ίδιου, καθώς και μιας φανταστικής αξιοπρέπειας που ο ίδιος απώλεσε, δεν είναι μεγάλα.

Έτσι λοιπόν περνούσα τον καιρό μου κι εγώ εκείνες τις μέρες με τσακωμούς, με αμέτρητα πολιτικά σχόλια σε κοινωνικά δίκτυα – τα οποία όλα διεγράφησαν – και τελικά με “χωρισμούς”, κάποιους άμεσους και κάποιους που εκδηλώθηκαν αργότερα. Οπότε, αφού τελειώσαμε με την αφεντιά μου, μπορούμε να πάμε στο ζουμί, που αφορά και ένα σύνολο, περίπου 10 εκατομμυρίων παρά κάτι, που έκανε την υπέρβαση και έδειξε ότι τσίρκο σαν το δικό μας δεν υπάρχει πουθενά.

Τα γεγονότα

Είναι καλό λίγο να θυμίσω κάποια πράγματα όπως γίνονταν εκείνο τον καιρό, γιατί απ’ ότι φαίνεται, όχι δυο χρόνια, αλλά και δύο βδομάδες αποτελούν τεράστιο διάστημα μπροστά στο μπόι της μνήμης της πλειοψηφίας που αποφασίζει και κρίνει το μέλλον μας, είτε με τη μία είτε με την άλλη λανθασμένη επιλογή, διαχρονικά.

Τον Ιούνη του 2015 ζούσαμε ένα ωραίο παραμύθι μεταξύ της ελληνικής “αριστερής” κυβέρνησης, που ήδη είχε ψηφίσει μια σειρά νόμους-προνόμια για εφοπλιστές και τραπεζίτες, με τη συγκατάθεση βεβαίως βεβαίως Ζωηδών, Λαφαζανηδών και Βαρουφακηδών, με τη “σκληρή” γραμμή – εμφανιζόμενη κυρίως ως γερμανική – της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνέχεια του (κατά τ’άλλα σκισμένου) μνημονίου με νέα μέτρα-ταφόπλακα-λαιμητόμο και ότι άλλο φονικό μηχανισμό μπορεί να φαντασεί ο κάθε λογοτεχνικός νους. Τη μια μέρα έβγαινε η ΕΕ με μια δέσμη αντιλαϊκών μέτρων, την άλλη μέρα έβγαινε η “αριστερή” κυβέρνηση με μια άλλη δέσμη πιο αντιλαϊκών μέτρων (και περισσότερων σελίδων) για να την “αποκρούσει”. Το παραμύθι πήγαινε έτσι και από τη μια είχαμε τους “υπεύθυνους” που στήριζαν τη μια δέσμη σελίδων και από την άλλη τους “περήφανους” που στήριζαν την άλλη δέσμη σελίδων. Ήταν τέτοια η συλλογική παράνοια που ειλικρινά είναι απορίας άξιο αν κανείς από τους “υπεύθυνους” και τους “περήφανους”, προκειμένου να διαμορφώσει την κρίση του, είχε ελέγξει τις διαφορές μεταξύ των δύο συνόλων σελίδων.

Για όσους δε θυμούνται τις προτάσεις της κυβέρνησης, εδώ τις παραθέτει ο Τσολιάς στον Αλέξη-ξεκόλλα…

Στα τέλη Ιούνη και μετά από πολλές εκπνοές παρατάσεων, παίξαμε και τα πέναλτι και ακόμα μπαίνανε γκολ όσο αφορά το λογαριασμό για το λαό, με κάθε γύρο να προσθέτει αντιλαϊκά μέτρα. Απλά έπρεπε να βρούμε ποιον θα ανακηρύξουμε “συγγραφέα της χρονιάς” ή και 50 και 100 χρόνων, για την περιγραφή του νέου εφιάλτη που θα ζούσε ο ελληνικός λαός. Οι δύο ομάδες δεν υποχωρούσαν κι έτσι σε μια κίνηση απίστευτου Παπανδρεϊσμού (πρέπει να μπει στο λεξικό, δεν υπάρχει άλλη λέξη να το περιγράψει), ο μεγάλος ηγέτης, το βράδυ της 26ης Ιούνη λέει εν ολίγοις: δημοψήφισμα, διαλέξτε με ποιο σκοινί θα σας κρεμάσουμε, με τις δικές μας σελίδες ή με των άλλων.

Θυμάμαι εκείνη την ώρα ότι ήμουν στο Μετρό, γυρνούσα με ακόμα ένα πρόσωπο από μια έξοδο και κάποιος του έλεγε τα νέα στο τηλέφωνο. Ακόμα κι από το τηλέφωνο, που εγώ δεν είχα στο αυτί μου, μπορούσα να πιάσω εκείνο τον ενθουσιασμό, την υπερηφάνια γι’αυτό το μεγάλο βήμα. Εγώ με το που άκουσα “δημοψήφισμα”, περιμένοντας τον Αλέξη-ξεκόλλα να ξεκολλήσει από καιρό, το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν “ω ρε μαλάκα μου, πάει να ρίξει την κωλοτούμπα του στον κόσμο, θα κάνει δημοψήφισμα και μετά θα λέει ότι ακολουθεί τη λαϊκή ετυμηγορία”. Τελικά, όπως φάνηκε αργότερα, ακριβώς αυτό είχε σκεφτεί και ο Αλέξης-ξεκόλλα, που από καιρό, για να μην πω από πάντα, είχε ξεκολλήσει, προσπαθώντας να κολλήσει στον τοίχο έναν ολόκληρο λαό, με τον πιο εύκολο τρόπο.

Θυμάμαι ότι μέχρι το Σάββατο το μεσημέρι είχα ήδη πλακωθεί λεκτικά με 4-5 ανθρώπους, που από τότε εννοείται αγνοώ την τύχη τους. Όμως τίποτα δε μπορούσε να προδιαγράψει την έκπληξη που μου προκάλεσαν όσα έγιναν από το Σάββατο το βράδυ μέχρι την Κυριακή το μεσημέρι.

Τι έγινε το Σάββατο το βράδυ; Έγινε ολομέλεια στη Βουλή. Μια ολομέλεια που πρέπει την τηλεθέασή της να έχει ξεπεράσει μόνο ο τελικός του Euro 2004. Εν ολίγοις, για πρώτη φορά δεν υπήρχε η δικαιολογία “δεν είδα, δεν άκουσα, δεν ξέρω”. Όλοι, όλοι όμως, είδαν αυτό που φαίνεται στο παρακάτω βίντεο, τον Αλέξη-ξεκόλλα να λέει ότι “αυτή η Κυβέρνηση δε θα φέρει μνημόνιο”, η κυβέρνηση που ήδη είχε κάνει τις μνημονιακές προτάσεις της στην ΕΕ, που η ΕΕ δεν τις δέχτηκε και πηγαίναμε στα πέναλτι… έστω, στο δημοψήφισμα. Σε ποιον το έλεγε αυτό; Στον μοναδικό σχηματισμό μέσα στη Βουλή που απαιτούσε να μη μπει σε δημοψήφισμα μόνο η πρόταση της ΕΕ, αλλά όλες οι μνημονιακές προτάσεις, που προφανώς συμβάδιζαν με το χαρακτήρα και την προοπτική της ΕΕ.

Η απάντηση αυτή, του Αλέξη-ξεκόλλα, αφορούσε και το γεγονός ότι με απολύτως “συνοπτικές διαδικασίες”, Ζωής προεδρεύουσας (ασχέτως αν στη συγκεκριμένη στιγμή το μικρόφωνο είχε ο “κύριοι κύριοι, ησυχία κύριοι, τελειώνουμε” Μητρόπουλος), οι προτάσεις για το περιεχόμενο του δημοψηφίσματος δεν μπήκαν σε καμιά ψηφοφορία μέσα στη Βουλή.

Εκεί σκέφτηκα: δε μπορεί, όποιος έχει λίγο μυαλό το βλέπει, ένα κι ένα κάνουν δύο, πάνε να μας τη φορέσουνε. Ποια Ζωή και ποιος Λαφαζάνης, ούτε ένας δε βγήκε να πει για το περιεχόμενο, για το ερώτημα. Όλοι συναινούν στο σφάξιμο και το παίζουν και τρελίτσα, πουλώντας πνεύμα και γελάκια. Όποιος νοιάζεται πραγματικά για τη ζωή του και όχι μόνο πώς “θα την πει” στον άλλο, που έχει άλλη άποψη, τουλάχιστον αυτό μπορούν να το καταλάβουν.

Αμ δε… Τα γελάκια που ακούσατε στο βίντεο, από τους εκπροσώπους μιας τάξης που πίνει το αίμα και τον ιδρώτα ενός ολόκληρου λαού, ήταν σε πολύ μεγάλο βαθμό και γελάκια αυτής της τάξης που χύνει το αίμα και τον ιδρώτα της. Εκείνο ήταν το σημείο καμπής, που κατάλαβα ότι δεν υπάρχει σωτηρία. Αυτά που γινόντουσαν και λεγόντουσαν από την Κυριακή το μεσημέρι και μετά ήταν αδιανόητα, λες και τα αυτιά και τα μάτια ήταν ερμητικά κλειστά. (α ρε Κιούμπρικ)

Οι “φόβοι” και οι “προβλέψεις”

Έχει τεράστια σημασία να δει κανείς τι φοβόντουσαν και τι περίμεναν οι δύο πλευρές που εκπροσωπούσαν σχεδόν το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις.

Από τη μια οι Ναίδες, έλεγαν ότι ενδεχόμενο ΟΧΙ στο δημοψήφισμα θα μας βγάλει εκτός ΟΝΕ, ίσως και εκτός ΕΕ, ίσως και εκτός πλανήτη ξέρω ‘γω. Η προσμονή τους ήταν η Ελλάδα να συνεχίσει τη λαμπρή πορεία των Μνημονίων και να φύγει επιτέλους αυτός ο ΣΥΡΙΖΑΣ που θα τα έσκιζε.

Από την άλλη, οι Όχιδες, έλεγαν ότι ενδεχόμενο ΝΑΙ θα παρατείνει τα Μνημόνια, σε μια στιγμή που επιτέλους έχουμε μια κυβέρνηση που θέλει να ξεμπερδεύουμε μ’αυτά. Η προσμονή τους ήταν η Ελλάδα να συνεχίσει τη λαμπρή πορεία των Μνημονίων και να…. συγγνώμη… Η προσμονή τους ήταν η Ελλάδα να αποδεχτεί τις 60 σελίδες του ΣΥΡΙΖΑ και να μείνει αυτή η υπέροχη κυβέρνηση που θα τις εφαρμόσει. (Εκείνες τις μέρες το ρήμα “σκίζω” προστέθηκε στα συνώνυμα του “εφαρμόζω” στα ελληνικά λεξικά)

Δυο χρόνια αργότερα όλοι ξέρουν ποια έννοια του “σκίζω” υπερίσχυσε. Όμως από όλους όσοι βρίζανε, στην κυριολεξία βρίζανε, άμα τους έλεγες ότι το “σκίζω” είχε την έννοια του “μνημονίου που σκίζει” και όχι του “σκισίματος του μνημονίου” ούτε ένας, στην κυριολεξία ούτε ένας, δε ήρθε προσωπικά να πει “ρε φίλε, ξέρεις κάτι, είχες δίκιο, μαλακίες έκανα”. Αυτό δεν το λέω γιατί θέλω κάποιος να δώσει σ’εμένα ή κάποιον άλλον τα ένσημα. Το λέω γιατί το γεγονός ότι ούτε ένας δεν το είπε είναι και η πηγή του κακού, δηλαδή ότι όλοι αυτοί που έκαναν τη “μαλακία” τότε, θα συνεχίσουν να κάνουν μια ζωή τη “μαλακία”, όπως τη “μαλακία” έκαναν και τις προηγούμενες φορές που τους ζητήθηκε.

Ακόμα μεγαλύτερο γέλιο (και κλάμα) είχαν οι προβλέψεις και οι εκτιμήσεις του καθένα. Άλλος πίστευε ότι το δημοψήφισμα είναι για το “μέσα ή έξω απ’ την ΕΕ”, άλλος για το “Ευρώ ή Δραχμή”, άλλος για το “Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο”, σίγουρα θα υπήρχε και κάποιος που θα πίστευε ότι είναι “Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός” ή “Σταρκ-Λάνιστερ” ξέρω ‘γω.

Όταν μιλούσες με τον κόσμο και τους έλεγες ότι η Ελλάδα και η αστική της τάξη, έχει κάνει την επιλογή να είναι δεμένη με την ΕΕ, καθώς και η ΕΕ έχει κάνει την επιλογή να έχει δεμένη την Ελλάδα και να μην την αφήσει να φύγει, γιατί χρειάζεται τα ωφέλη της στρατηγικής της θέσης, όπως και οποιοσδήποτε άλλος ιμπεριαλιστής (βλ. Ρωσία του Λαφαζάνη), σου έλεγαν ότι είσαι κολλημένος, ότι τώρα κάνουμε την επανάσταση από τη μια, ή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ο νεομπολσεβίκος που θέλει να φτιάξει το σιδηρούν παραπέτασμα από την άλλη. Όπως έχουμε δει όλοι (;) αμφότεροι επιβεβαιώθηκαν.

Ήδη από τη Δευτέρα, 6 Ιούλη, μετά το δημοψήφισμα, είχε φανεί η τροπή που έπαιρναν τα πράγματα. Από εκείνη τη βδομάδα που ακολούθησε, μεταξύ δημοψηφίσματος και “διαπραγμάτευσης” θυμάμαι το εξής χαρακτηριστικό.

Εκείνη την περίοδο συνήθιζα να βγαίνω με μια παρέα 10 ατόμων, με τους 9 εκ των οποίων έχω ξεκόψει εντελώς (και με τον έναν διαφωνούμε στα πάντα, αλλά είναι άνθρωπος, όχι ζώο και μπορούμε και μιλάμε). Από τους 10 αυτούς οι 4 ήταν Όχιδες, οι 4 Ναίδες, ένας ξένος και ένας που δεν ήξερε πόσους βουλευτές έχει η Βουλή. Μετά το δημοψήφισμα, την Παρασκευή 10 Ιουλίου, τους ρωτούσα: “ρε ‘σεις, με βάση αυτά που λέγαμε την προηγούμενη εβδομάδα, ποιος επιβεβαιώθηκε τελικά; Βγήκε ΟΧΙ και μάλλον δε βγαίνουμε από την ΕΕ και όπως φαίνεται πάμε για μνημονιάρα δικέ μου”. Τίποτα, κανένας δεν παραδεχόταν τίποτα. Οι μεν έλεγαν ότι το βράδυ θα βγούμε από την ΕΕ και οι δε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να γίνουν αποδεκτά αυτά που ζητάει η Γερμανία. Λίγες ώρες αργότερα μαντέψτε πόσο έπεσαν κι οι δύο πλευρές μέσα στις προβλέψεις τους. Όχι χρόνια, ούτε μήνες, ούτε βδομάδες. Ώρες μετά (λιγότερες από 17)!!!

Μένοντας ακριβώς σ’εκείνες τις μέρες σήμερα έχω να κάνω 2 ερωτήσεις:

Στους Ναίδες: αλήθεια, πώς σας φαίνεται η ευρωπαϊκή προοπτική, στην οποία παραμένουμε δεχόμενοι τα συγχαρητήρια των ηγετών που τόσο θαυμάζετε;

Στους Όχιδες: αλήθεια, πώς είναι η ζωή με το ΟΧΙ, μετά το Μνημόνιο;

Το “δημοκρατικό” κόλπο

Επειδή αυτή η “αριστερή” κυβέρνηση μας έχει ταράξει στη δημοκρατία, αυτό που ακολούθησε ήταν το τεράστιο δημοκρατικό κόλπο (θα τα δείτε προσεχώς και στο Η.Β., με άλλο τρόπο βέβαια). Η ώρα να γίνει η μεγάλη τούμπα είχε πλέον φτάσει και τα κουκιά δε βγήκανε, παρά το γεγονός ότι είχαν βάλει λυτούς και δεμένους να κάνουν μια άθλια προπαγάνδα για το αντίθετο (μα πραγματικά, τον Σάκη;).

Έτσι έπρεπε να δούμε τι θα γίνουν όλοι αυτοί που τάχθηκαν με το σκίσιμο, πριν ακόμα γίνει ξεσκίσιμο (ξέρετε ποιανού). Πήγαμε λοιπόν για εκλογές, για να νομιμοποιήσουμε το σκίσιμο-ξεσκίσιμο ή να το απορρίψουμε. Ε, τι στο καλό, η λογική λέει πως το 64% περίπου του ελληνικού λαού, άντε 50% έτσι για να είμαστε large, έπρεπε να ψηφίσει κόμματα που είτε δεν ψήφισαν τα μέτρα που ήρθαν μετά από Κυβέρνηση και ΕΕ μαζί, ή ακόμα περισσότερο κόμματα που έλεγαν ότι το δημοψήφισμα είναι μια απάτη, για μια σειρά λόγους, με σημαντικότερο ότι άφηνε ανοιχτό το ενδεχόμενο αποδοχής οποιασδήποτε άλλης αντιλαϊκής πρότασης πέραν αυτής που αναγραφόταν σ’αυτό, ακόμα κι αντιλαϊκότερης (όπως και έγινε).

Ναι, αλλά αυτό το λέει η λογική, όχι ο πάνσοφος ελληνικός λαός (που ψήφισε μέχρι και Λεβέντη).

Θυμάμαι εκείνο τον Αύγουστο, που δε μπορούσα να πιστέψω στ’ αυτιά μου όταν άκουγα ανθρώπους να λένε ότι “το παιδί διαπραγματεύτηκε, πάλεψε, δεν ήταν σαν τους άλλους”. Την ίδια στιγμή που 4 χρόνια νωρίτερα, ένας άλλος πρωθυπουργός που είχε διαπραγματευτεί ξηλώθηκε στην κυριολεξία από την καρέκλα του. Ναι, αν δε θυμάστε, ο κακός ΓΑΠ, διαπραγματεύτηκε, πήγε και είπε για δημοψήφισμα και τον ξηλώσανε την άλλη μέρα. Ο Αλέξη-ξεκόλλα, κατάφερε να ξεκολλήσει απ’όλα, εκτός από την καρέκλα του και έμεινε 17 ώρες να συζητάει πώς θα την κρατήσει. Μαντέψτε ποιος ήταν ο λαϊκός ήρωας…

Έτσι όλα έδειχναν ότι ο πάνσοφος Ελληνικός λαός, του “περήφανου” ΟΧΙ, που το πανηγύριζε με ζουρνάδες και νταούλια στις πλατείες, θα πήγαινε να ψηφίσει τον “αριστερό” Αλέξη-ξεκόλλα, μαζί με τον “αριστερότερο” Πάνο-καλό-και-αναγκαίο και το πολύ πολύ, όσοι ένιωθαν να τους έχουν προδώσει, να κολλούσαν δίπλα σε καμιά Ζωίτσα, για να την τιμήσουν που βοήθησε να ψηφιστούν τα μέτρα για τους εφοπλιστές και τους τραπεζίτες το Μάη και για να είναι αυτό που είναι το περιεχόμενο του δημοψηφίσματος και για να είναι οι φασίστες ελεύθεροι και αδίκαστοι ακόμα και για να ρωτάνε οι δικηγόροι τους τον φίλο του Φύσσα ποιος ήταν ο Ναζίμ Χικμέτ (γιατί κουβέντα να γίνεται σ’αυτή τη δίκη) και άλλα τόσα ωραία που η Ζωίτσα έχει βάλει το χέρι της.

Φυσικά ο πάνσοφος λαός δεν παρέκλεινε από την πορεία του. Έναν έρπη χρειαζόταν για να πειστεί ότι γίνεται η επανάσταση και σε λίγο παίρνουμε τα μέσα παραγωγής. Η πορεία που ακολούθησε ήταν η γνωστή. Ποια πορεία; Αυτή καλέ, αυτή που λέει εδώ ο Αλέξη-ξεκόλλα στο βίντεο (επανάληψη μήτηρ μαθήσεως).

Το μνημόνιο ψηφίστηκε, τα εφαρμοστικά περάσανε και στην κυβέρνηση είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέξη-ξεκόλλα και όλο το συνάφι και μόνο κάτι ποντίκια που την κάνουν από κάθε καράβι στη φουρτούνα, κάτι Πουτινόφιλοι Λαφαζάνηδες, λείπουν από το μεγάλο πανηγύρι, ψάχνοντας την ευκαιρία πότε θα ξαναμπούνε σ’αυτό και με ποιον τρόπο.

Το πραγματικό πρόβλημα

Καλά όλα αυτά. Ντάξει δεν είναι καλά, αλλά αυτό που λέμε, έγιναν, περασμένα. Αλλά το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι όλη αυτή η εμπειρία δεν έχει αποκρυσταλλωθεί σε ΤΙΠΟΤΑ απολύτως. Ένα χρόνο μετά ο κόσμος περιμένει να δει αγανακτισμένους όπως το 2011, που κάνανε τα κόμματα του 2012, που κυβερνάνε (ΣΥΡΙΖΑ) και σφάζουν (Χ.Α.) σήμερα. Περιμένει να δει καμιά πορεία τύπου “Μένουμε Ευρώπη” ενάντια σε μια πολιτική που πιο “Μένουμε Ευρώπη” δε γίνεται και του φταίει το ΠΑΜΕ που “δεν κάνει 10ήμερες αποτελεσματικές απεργίες και αρκείται σε παρελάσεις, γι’αυτό δεν κατεβαίνει στο δρόμο”.

Αυτό το τελευταίο είναι και το πιο εξοργιστικό απ’ όλα και εδώ πρέπει να μιλήσω σε β’ ενικό και χωρίς αμβλύες στις λέξεις μου: Ρε καημένε, δε μπόρεσες ούτε καν να ψηφίσεις άλλο κόμμα από αυτά που σου λέγαν ΟΧΙ=ΝΑΙ και ΝΑΙ=ΝΑΙ στο Μνημόνιο, δεν έχεις κάνει μια βόλτα να δεις πώς είναι οι δρόμοι από μέσα σε μια απεργία και περιμένεις τη 10ήμερη και την επανάσταση; Όχι μόνο αυτό, αλλά συνήθως, εσύ που τα λες αυτά, είσαι κι από τους πρώτους απεργοσπάστες, που δυσκολεύουν το έργο εκείνων που θυσιάζουν τα πάντα, το μισθό τους, τη δουλειά τους, το φαΐ των παιδιών τους, τη ζωή τους όλη, για να πετύχει μια ρημάδα μονοήμερη απεργία. Εσύ που τα λες αυτά θα είσαι σίγουρα στη 10ήμερη, όταν αυτή γίνει. Μόνο που θα είσαι θέαμα, παράδειγμα προς αποφυγή, κρεμασμένος με κάθε προδότη, τρωκτικό της τάξης του, ερπετό των αφεντικών.

Δυο χρόνια μετά οι “παπάτζες” παραμένουν οι ίδιες και δυστυχώς ένα ακόμα δημοψήφισμα ήρθε να επαναφέρει στο δημόσιο (και δυστυχώς ιντερνετικό – το ρημάδι δεν κλείνει) λόγο τις ίδιες μπαρούφες.

Στη Μεγάλη Βρετανία (όπως λανθασμένα συνηθίζουμε να αποκαλούμε στα ελληνικά το Ηνωμένο Βασίλειο), ένα μεγάλο κομμάτι κόσμου, καθοδηγούμενο από το εθνικιστικό μίσος και από πολιτικούς που αναβιώνουν τη χειρότερη ιδεολογία στην ιστορία της ανθρωπότητας, επέλεξε ένα δρόμο “Λαφαζανικό”, δηλαδή μακριά από την ΕΕ και μαζί με το κομμάτι εκείνων των αρπακτικών που θα επωφεληθούν από αυτό (και όχι από το άλλο σενάριο). Να γράψω εδώ ότι η ιστορία με το BRexit δεν είναι τελειωμένη υπόθεση, θα υπάρξουν εξελίξεις, γιατί εκείνο το κομμάτι (της κυρίαρχης τάξης βεβαίως βεβαίως) που δεν το συμφέρει η αποχώρηση δε θα παραδοθεί τόσο εύκολα. Μπορεί στο τέλος και να νικήσει, με ένα άλλο “δημοκρατικό κόλπο” (βλ. δημοκρατικότερο δημοψήφισμα με γνώση συνεπειών απόσχισης κομματιών του ΗΒ και διάφορα άλλα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν, αντίστοιχα του ελληνικού), αλλά μπορεί και να υποκύψει στο ισχυρότερο “άλλο” κομμάτι της ίδιας τάξης. Αυτό όμως δε θα γίνει εύκολα και αναίμακτα. Αυτή είναι μια πρόβλεψη που δε θέλει πολύ μυαλό για να την κάνει κανείς. Σημειωτέον, το μόνο πρόβλημα θα είναι ότι θα βγει πάλι ο Λεβέντης και θα πει “εγώ είπα να ξαναγίνει το δημοψήφισμα”.

Υπό αυτές τις συνθήκες και με την εμπειρία ενός δημοψηφίσματος στις πλάτες της, η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού είτε κλαίει γιατί οι Βρετανοί δε “μείνανε Ευρώπη” (λες και πήγαν στην Ασία), είτε πανηγυρίζει γιατί “να αυτοί δε σκύβουν όπως εμείς”. Γιατί είναι το κομμάτι εκείνο που περιμένει ένα δημοψήφισμα με διαμορφωμένες τάσεις από τις τηλεοράσεις (που να τους πέσουν οι τάσεις), να κάνει τη διαφορά σε έναν κόσμο που έχει τάξεις, τάξεις που εξουσιάζουν και τάξεις που εξουσιάζονται. Περιμένουν από τον καναπέ να πάνε και να κάνουν το σωστό, όταν με την ίδια ακριβώς κι απαράλλαχτη στρατηγική πάνε κάθε φορά και κάνουν το λάθος με διαφορετικό επιχείρημα στο κεφάλι τους.

Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι αν διαβάζει κάποιος αυτό το κείμενο και θεωρεί ότι έκανε λάθος, αν δεν αποφασίσει την ίδια στιγμή να πάει μ’αυτούς που προηγουμένως και προπροηγουμένως και προπροπροηγουμένως “έκαναν το σωστό”, θα πάει με κάποιον άλλο τρόπο να ξανακάνει το λάθος. Και το πρόβλημα είναι ότι θα το κάνει το λάθος, γιατί ακόμα κι αν διαβάζει αυτό το κείμενο, δε θα αλλάξει τη λογική του και γιατί αν διαβάζει αυτό το κείμενο μέχρι εδώ, μάλλον ανήκει, μαζί μ’εμένα, σ’αυτούς που έχουν το προνόμιο να μην έχουν κάνει το λάθος, ούτε πέρσι στο δημοψήφισμα, ούτε στις εκλογές του Γενάρη του 2015, ούτε του Σεπτέμβρη του 2015, ούτε στα ψευτοκινήματα των “αγανακτισμένων” και των “Μένουμε Ευρώπη”, ούτε στις εκλογές του 2012 που έφεραν ένα πολιτικό σκηνικό τσίρκου και περισσότερων Μνημονίων, ούτε στις προηγούμενες, που έφεραν τα Μάαστριχτ, τις λυκοσυμμαχίες και δε συμαζεύεται.

Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι εκείνου που κάνει τα λάθη δεν του φταίνε αυτοί που κάνουν το σωστό. Μακάρι να ήταν έτσι, θα έκαναν οι άλλοι μια ακόμα φορά το σωστό και θα τον αλλάζανε. Το μεγάλο πρόβλημα είναι αυτό που είπε ο μπαρμπα-Κώστας ο Βάρναλης:

– Φταίει το ζαβό το ριζικό μας!
– Φταίει ο Θεός που μας μισεί!
– Φταίει το κεφάλι το κακό μας!
– Φταίει πρώτ’ απ΄όλα το κρασί!

Ποιος φταίει; ποιος φταίει; κανένα στόμα
δεν το ‘βρε και δεν το ‘πε ακόμα.
Έτσι, στην σκοτεινή ταβέρνα
πίνουμε πάντα μας σκυφτοί
σαν τα σκουλήκια, κάθε φτέρνα,
οπου μας εύρει μας πατεί.
Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα,
προσμένουμε, ίσως, κάποιο θαύμα.

Κ. Βάρναλης – Οι μοιραίοι

  • Το συγκεκριμένο άρθρο αποτελεί τροποποίηση προηγούμενου που γράφτηκε ένα χρόνο νωρίτερα και δημοσιεύτηκε στο blog coelispex.eu . Για κάποιο λόγο, οι “προβλέψεις” του για τις εξελίξεις είτε παραμένουν επίκαιρες είτε ήδη έχουν επιβεβαιωθεί.