Press "Enter" to skip to content

Ένας Προμηθέας του total football στη Βραζιλία

Στις 3 του Ιούλη του 1917, λίγους μήνες πριν την Οκτωβριανή Επανάσταση, γεννιόταν στο Alegrete του Rio Grande do Sul της Βραζιλίας ο João Saldanha. Παιδί μιας άλλης επανάστασης, έζησε τη φωτιά της ταξικής σύγκρουσης του 1923, που τον οδήγησε μαζί με την οικογένειά του, σε ηλικία 6 χρονών, να διαφύγουν και να μετοικίσουν στη Ριβέρα της Ουρουγουάης, περνώντας από την άλλη μεριά των συνόρων.

Ο João μεγάλωσε σ’αυτό το επαναστατικό πνεύμα και εμπνεύστηκε από την ιστορία των Ηνωμένων Επαρχιών, του μεγάλου λατινοαμερικανικού συνασπισμού που εναντιώθηκε στην Ισπανική αποικιοκρατία. Επέστρεψε στη Βραζιλία και το Ρίο το 1928 όταν εκλέχθηκε πρόεδρος της χώρας ο Getúlio Vargas. Συνδιάζοντας το ποδόσφαιρο με τη μόρφωσή του, σπούδασε Νομική και Δημοσιογραφία στο Πανεπιστήμιο της Βραζιλίας, την ίδια στιγμή που αγωνιζόταν επαγγελματικά με τα χρώματα της Botafogo.

Ο Saldanha από τη Botafogo γνώρισε τον “πατριάρχη” του βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου, τον Ούγγρο Dori Kürschner, του οποίου υπήρξε βοηθός τα χρόνια 1939-1940. Από το 1944 ανέλαβε προπονητής του συλλόγου, όμως μεταξύ του 1949 και 1956 απομακρύνθηκε από το ποδόσφαιρο, γιατί πέρασε στην παρανομία. Ο Saldanha έγινε εκείνα τα χρόνια ο γενικός γραμματέας της Κομμουνιστικής Ένωσης Νεολαίας της Βραζιλίας, ορίζοντας την αριστερή στροφή της και τη σύνδεσή της με την Παγκόσμια Ομοσπονδία Δημοκρατικών Νεολαιών.

Η επιστροφή του στη νόμιμη ζωή συνδυάστηκε με την έναρξη της καριέρας του ως αθλητικού χρονικογράφου, αποκτώντας εξέχουσα θέση στις μορφές του επαγγέλματος, λόγω της εμπειρίας που είχε έχοντας ζήσει από κοντά τις μεγαλύτερες ποδοσφαιρικές διοργανώσεις των 3 δεκαετιών που είχαν προηγηθεί.

Το 1964, ωστόσο, ξεκινάει στη Βραζιλία η στρατιωτική χούντα του Branco, του αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων που ονόμασε το πραξικόπημά του “επανάσταση”. Ο Saldanha είναι γνωστός στις αρχές για τη δράση του, ωστόσο αντί να εξοστρακιστεί, το 1969 ο επικεφαλής της διεύθυνσης αθλητισμού της χώρας, João Havelanze (μετ’έπειτα πρόεδρος της FIFA), του αναθέτει την τεχνική ηγεσία της εθνικής ομάδας της χώρας.

Ο Saldanha αναλάμβανε να καθοδηγήσει τη χρυσή γενιά της Βραζιλίας, που περιβάλλονταν από όλη τη φροντίδα του καθεστώτος καθώς αποτελούσε τη χρυσή προμετωπίδα του. Ωστόσο, η αντίληψή του για το ποδόσφαιρο της εποχής είναι πρώιμη.

Βλέποντας την εξέλιξη του παιχνιδιού στην Ευρώπη και εντυπωσιασμένος από την ανάπτυξη του καθολικού ποδοσφαίρου στην Ολλανδία, αποφασίζει να διαμορφώσει την εθνική ομάδα με τρόπο που να εξυπηρετεί το σύστημα και την κάλυψη των χώρων, παρά την αναγκαστική συνύπαρξη των μεγαλύτερων αστέρων στην ενδεκάδα του. Φτάνει σε σημείο μάλιστα να εκστομίσει την “ιεροσυλία” να μείνει εκτός ενδεκάδας ο ίδιος ο Πελέ. Αυτό το σύστημα αποδίδει στα προκριματικά, καθώς η Βραζιλία κερδίζει όλους τους αγώνες στο δρόμο προς το Παγκόσμιο Κύπελλο του Μεξικό, το 1970. Όμως ο Saldanha που έχει έντονη προσωπικότητα έρχεται σε ρήξη με τους ίδιους τους Βραζιλιάνους αστέρες και απομακρύνεται για να αντικατασταθεί από τον Mario Zagallo.

Η ποδοσφαιρική προφητεία του Saldanha δεν επαληθεύεται στο Μεξικό, όπου οι υψομετρικές και ατμοσφαιρικές συνθήκες δεν επιτρέπουν το υψηλό pressing, με αποτέλεσμα ο αυθορμητισμός εκείνης της ενδεκάδας να αφήσει ποδοσφαιρικά μνημεία, με αποκορύφωμα τον τελικό του Azteca απέναντι στην Ιταλία. Όμως επαληθεύεται για πολλά χρόνια στη συνέχεια.

Η Βραζιλία που έχει απορρίψει τη λογική του Saldanha πληρώνει επανηλλειμένα με αποτυχίες την αποστροφή της στα συστήματα του ποδοσφαίρου και την εμμονή στην έμπνευση και τον αυθορμιτισμό. Με τον τρόπο αυτό χάνει ακόμα και τη συμπάθεια και αφοσίωση του ίδιου του κόσμου, που κατακεραυνώνει διαχρονικά τις βραζιλιάνικες ομάδες που δεν κερδίζουν. Αυτό φυσικά δεν ευνοεί και τους πραξικοπηματίες. Η Βραζιλία θα κάνει πάρα πολλά χρόνια να ξαναβρεθεί στην κορυφή του παγκόσμιου ποδοσφαιρικού στερεώματος και θα το κάνει αφού υποστεί μνημειώδεις ήττες που για άλλους όριζαν το τέλος του ρομαντικού ποδοσφαίρου και για άλλους τη μετάβαση στη μοντέρνα του εποχή.

Ο Saldanha μετά τη θητεία του στην εθνική θα επιστρέψει στη δημοσιογραφία, αφήνοντας κάποια εξαιρετικά αποφθέγματα όπως: “Το βραζιλιάνικο ποδόσφαιρο είναι ένα πράγμα που παίζεται με μουσική.” Το 1985, μετά την πτώση της Χούντας, θα είναι ο υποψήφιος του Κομμουνιστικού Κόμματος Βραζιλίας για το Δήμο του Ρίο ντε Τζανέιρο.

Φανατικός καπνιστής, άφησε την τελευταία του πνοή στη Ρώμη, στις 12 Ιούλη του 1990, λίγες μέρες μετά τον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου, το οποίο σχολίαζε για την Βραζιλιάνικη τηλεόραση.

© Publica 2017 - 2025