Press "Enter" to skip to content

Η φωτογραφία της νέας ιστορίας του fútbol

Στις 30 του Ιούλη του 1930 η Ουρουγουάη και η Αργεντινή συναντήθηκαν στον πρώτο τελικό της ιστορίας του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Η αναμέτρησή τους ήταν έτσι κι αλλιώς ιστορική, ωστόσο η πρώτη απονομή του τροπαίου Jules Rimet δεν ήταν το μοναδικό και ίσως όχι το πιο θεμελιώδες στοιχείο που χαρακτηρίζει εκείνη την αναμέτρηση. Η συνάντηση αυτών των δύο εθνικών ομάδων ήταν μια αποτύπωση της ιστορικής εξέλιξης του ποδοσφαίρου, μιας εποχής που από διαδιδόμενο βρετανικής προέλευσης χόμπι γινόταν τρόπος έκφρασης της κάθε κουλτούρας πάνω στο χορτάρι και ανάμεσα σε τέσσερις γραμμές από ασβέστη.

Η δεκαετία του 1920 ήταν θεμελιώδης για την ανάπτυξη του λατινοαμερικανικού ποδοσφαίρου. Το παιχνίδι που είχαν μεταφέρει οι Άγγλοι άποικοι μερικές δεκαετίες νωρίτερα είχε τη σφραγίδα τους, την πολιτισμική τους υπογραφή, τη μεταφορά της δικής τους νοοτροπίας. Από τα τέλη του 19ου αιώνα τα καράβια της βρετανικής αυτοκρατορίας άφηναν χιλιάδες μέτοικους στα λιμάνια της ηπείρου, το 1880 το 20% των βρετανικών επενδύσεων γινόταν στη Λατινική Αμερική, το 1890 περίπου 45000 Βρετανοί ζούσαν στο Buenos Aires, ενώ αντίστοιχα μεγάλες κοινότητες είχαν στο São Paulo, το Rio de Janeiro, το Montevideo, τη Lima και το Santiago.

Τα ίδια καράβια άφησαν και το ποδόσφαιρο, το football, που έγινε μια ασχολία της μεσαίας τάξης, που συγκινούνταν από τις συνήθειες των ευρωπαίων εύρωστων μετοίκων, οι οποίοι σε πολλές περιπτώσεις θεωρούσαν εαυτούς και θεωρούνταν από αλλήλους οι φορείς του ευγενούς πνεύματος. Το 1867, μόλις 4 χρόνια μετά την ίδρυση της Football Association, οι πρώτοι κανονισμοί του ποδοσφαίρου έφτασαν στην Αργεντινή για να ιδρυθεί ο πρώτος ποδοσφαιρικός σύλλογος μέσα από τη μήτρα του Buenos Aires Cricket Club, ενός σπορ που ιστορικά συνδέεται με την αριστοκρατία.

Χρειάστηκαν περισσότερες από 2 δεκαετίες ώστε να ιδρυθεί το 1893 η αργεντίνικη ομοσπονδία ποδοσφαίρου, της οποίας το πρώτο όνομα ήταν Argentinian Association Football League, η οποία για τα πρώτα 10 χρόνια της ιστορίας της δεν είχε Αργεντίνο πρόεδρο. 7 χρόνια αργότερα, το 1900, ιδρύθηκε με παρόμοιο τρόπο η ποδοσφαιρική ομοσπονδία της Ουρουγουάης, με πρωτοβουλιά του συλλόγου Albion FC, που προσκάλεσε ένα Cricket Club, έναν αγγλόφωνο αθλητικό σύλλογο και ένα γερμανικό σύλλογο σ’αυτό το εγχείρημα. 2 Βρετανοί δάσκαλοι, ο Σκωτσέζος Alexander Watson Hutton, και ο Άγγλος William Leslie Poole, θεωρούνται οι “πατριάρχες” του ποδοσφαίρου στις δύο μεριές του Rio de la Plata, στην Αργεντινή και την Ουρουγουάη αντίστοιχα.

Το βρετανικό ποδόσφαιρο ήταν ένα σπορ επίδειξης της αθλητικής ρώμης, τουλάχιστον έτσι το αντιλαμβανόταν η ντόπια μεσαία τάξη για τις πρώτες δεκαετίες του. Αλλά στα μέσα της 3ης δεκαετίας του 20ου αιώνα αυτό το σπορ άρχισε να αλλάζει. Πέρα από την αλλαγή του κανονισμού του offside, η οποία ήρθε το 1925 για να μεταμορφώσει το σπορ στην κοιτίδα του, στις νέες πατρίδες του στη Νότια Αμερική μεταμορφωνόταν επίσης, αλλάζοντας την ίδια την ιδιοσυγκρασία του.

Η αντίληψη της σύγκρουσης των ρωμαλαίων αθλητών δεν έμοιαζε να συγκινεί τόσο το σπορ που εκδημοκρατιζόταν και άγγιζε ολοένα και μεγαλύτερες μάζες, προφανώς και εργατικές, στα λιμάνια του Νότου. Οι Αργεντίνοι σταδιακά εγκατέλειψαν το μιμητισμό ενός βρετανικού μοντέλου και άλλαζαν την ταυτότητα του παιχνιδιού και της οργάνωσης του σπορ γενικότερα. Το football έγινε fútbol, η ομοσπονδία υιοθέτησε τα ισπανικά ως επίσημη γλώσσα της και το όνομά της έγινε Asociación del Fútbol Argentino. Το ποδόσφαιρο του τσαγιού γινόταν ποδόσφαιρο του tango. Η δύναμη έδινε χώρο στην τεχνική, τη δημιουργία, τη φαντασία, για να γεννηθεί η La Nuestra, η αργεντίνικη αντίληψη για το ποδόσφαιρο που κυριάρχησε για αρκετές δεκαετίες και ως στοιχείο του είναι ακόμα ζωντανή στους διαξιφισμούς για την εθνική εκδοχή του σπορ στη χώρα.

Ο Ουρουγουανός συγγραφέας Éduardo Galeano έγραψε γι’αυτή την αλλαγή: “Όπως το τάνγκο, το ποδόσφαιρο άνθησε στις φτωχογειτονιές. Δεν απαιτούσε χρήματα και μπορούσε να παιχτεί μόνο με ατόφια επιθυμία. Σε χωράφια, σε στενά και σε παραλίες, παιδιά ντόπια και νέοι μετανάστες έπαιζαν αυθόρμητα χρησιμοποιώντας μπάλες φτιαγμένες από παλιές κάλτσες γεμισμένες με κουρέλια ή χαρτί και δύο πέτρες για τέρμα. Χάρη στη γλώσσα του ποδοσφαίρου, που σύντομα έγινε παγκόσμια, οι εργάτες που είχαν διωχθεί από την ύπαιθρο μπορούσαν να επικοινωνήσουν άριστα με τους εργάτες που είχαν διωχθεί από την Ευρώπη. Η Εσπεράντο της μπάλας συνέδεσε τους ντόπιους φτωχούς με τους κολασμένους που είχαν διασχίσει τη θάλασσα από το Βίγκο, τη Λισαβόνα, τη Νάπολη, τη Βηρυτό ή τη Βεσσαραβία με τα όνειρά τους να χτίσουν την Αμερική – φτιάχνοντας νέους δρόμους, κουβαλώντας φορτία, ψήνοντας ψωμί ή σκουπίζοντας δρόμους. Το ποδόσφαιρο είχε κάνει ένα υπέροχο ταξίδι: πρώτα οργανώθηκε στα κολέγια και πανεπιστήμια της Αγγλίας και ύστερα έφερε χαρά στη ζωή των Νοτιοαμερικανών που δεν είχαν ποτέ πατήσει το πόδι τους σε σχολείο.”

Η Ουρουγουάη από τη μεριά της ακολουθούσε την ίδια πορεία, καθώς αποτελεί μια χώρα που μοιράζεται πάρα πολλά στοιχεία με την Αργεντινή, είναι ουσιαστικά κομμάτι της ίδιας εξελισσόμενης κουλτούρας, κάτι στο οποίο συμβάλει η κοινή γλώσσα και η γεωγραφική τοποθέτηση των χωρών, με τη χώρα των Charrúas να είναι “αποκλεισμένη” γλωσσικά από τη βόρεια μεριά της από την πελώρια Βραζιλία.

Αυτό συνετέλεσε στο να γίνει η Ουρουγουάη ο πρώτος διεθνής εκφραστής αυτής της αλλαγής νοοτροπίας, η χώρα που τη μετέφερε στην άλλη όχθη του Ατλαντικού και πολύ μακριά από τις milóngas και τα λιμάνια του Rio de la Plata. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού, το 1924, η Ουρουγουάη κάνει το ταξίδι στη γαλλική πρωτεύουσα και θριαμβεύει. Κερδίζει με 7-0 τη Γιουγκοσλαβία, με 3-0 τις ΗΠΑ, με 1-5 την οικοδέσποινα Γαλλία, με 2-1 την Ολλανδία που ήταν πάντα στην τετράδα των διοργανώσεων, ενώ στον τελικό κάνει party στο γήπεδο της Colombes όπου επικρατεί με 3-0 της Ελβετίας, μεγάλης εκπροσώπου του ταχύτατα αναπτυσσόμενου ποδοσφαίρου της Κεντρικής Ευρώπης του μεσοπολέμου.

4 χρόνια αργότερα στο Άμστερνταμ, οι Αργεντίνοι αποφασίζουν να ταξιδέψουν κι αυτοί, βλέποντας ότι μπορούν να πετύχουν τη μεγάλη διάκριση. Οι δύο ομάδες είναι άπιαστες! Η Ουρουγουάη κερδίζει με 2-0 την Ολλανδία, με 4-1 τη Γερμανία και με 3-2 την Ιταλία για να φτάσει στον τελικό. Η Αργεντινή στο ντεμπούτο της διαλύει με 11-2 τις ΗΠΑ, ενώ στη συνέχεια κερδίζει με 6-3 το Βέλγιο και 0-6 την Αίγυπτο. Οι δύο ομάδες είναι στον τελικό! Εκεί έρχονται ισόπαλες στο πρώτο παιχνίδι, με 1-1, και στον επαναληπτικό η Ουρουγουάης κερδίζει με 2-1, χάρη στο γκολ του Scarone στο 73ο λεπτό. Ο Borjas κοντρόλαρε τη μπάλα με την πλάτη προς την αργεντίνικη εστία και βλέποντας δίπλα του τον Scarone του φώναξε “δικό σοτ Héctor!”, για να πιάσει ο Ουρουγουανός σεντερφόρ ένα βόλε πάνω στην κίνηση νικώντας τον τερματοφύλακα Bossio. Η μπάλα χτυπώντας στα δίχτυα επέστρεψε στον αγωνιστικό χώρο και τότε ο Figueroa την έστειλε ξανά στην αντίπαλη εστία, γιατί ήταν γρουσουζιά να μείνει η μπάλα εκτός τέρματος μετά από την επίτευξη ενός γκολ.

Αυτή η επιτυχία των 2 ομάδων που εγκατέλειψαν τον αγγλικό τρόπο παιχνιδιού ήταν η πρώτη παράγραφος στο κεφάλαιο της μεταμόρφωσης του ποδοσφαίρου στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα, της αποβρετανοποίησής του. Οι Άγγλοι ως τότε θεωρούνταν οι “ειδικοί”, οι “παντογνώστες” και όποια αντίληψη είχαν αντιμετωπιζόταν ως ιερή για την προσέγγιση του αθλήματος. Αυτό το κεφάλαιο της κατάρρευσης του αγγλικού μύθου ολοκληρώθηκε το 1953, με την εκκωφαντική νίκη των Ούγγρων με 6-3 στο Wembley.

Την ίδια εποχή που οι 2 λατινοαμερικανικές ομάδες θριάμβευαν στα Ολυμπιακά Τουρνουά, ήρθε μια άλλη μεγάλη και καθοριστική αλλαγή για το ποδόσφαιρο. Όντας ήδη το δημοφιλέστερο και μαζικότερο σπορ στον πλανήτη, το ποδόσφαιρο είχε γίνει επαγγελματικό σχεδόν σε κάθε μήκος και πλάτος της Γης. Αυτό οδήγησε και στη διαφωνία μεταξύ της ΔΟΕ και της FIFA για τη συμπερίληψή του στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Los Angeles, το 1932. Έτσι, η FIFA προχώρησε την ιδέα του τότε προέδρου της Jules Rimet, για τη δημιουργία ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου Ποδοσφαίρου.

Λόγω του γεγονότος ότι η Ουρουγουάη ήταν η πιο πρόσφατη νικήτρια του ολυμπιακού τουρνουά, το 1ο Παγκόσμιο Κύπελλο διοργανώθηκε εκεί και 13 χώρες που αποδέχθηκαν την πρόσκληση έλαβαν μέρος. Η Αγγλία δεν ήταν μία από αυτές, καθώς θα συμμετείχε για πρώτη φορά στη διοργάνωση 20 χρόνια αργότερα, όταν έφτανε προς το τέλος του και ο μύθος της απόλυτης αγγλικής υπεροχής και σε πάμπολλες περιπτώσεις αγγλικοί σύλλογοι είχαν ηττηθεί από αντίστοιχους ευρωπαϊκούς.

Στις 13 Ιούλη ξεκίνησε η διοργάνωση σε 3 γήπεδα του Montevideo, αποτελούμενη από 4 ομίλους, 1 των τεσσάρων και 3 των τριών ομάδων. Αργεντινή και Ουρουγουάη ολοκλήρωσαν τα παιχνίδια των ομίλων αήττητες, 3 για τη biancoceleste και 2 για την charrúa. Στα ημιτελικά αντιμετώπισαν τις ΗΠΑ και Γιουγκοσλαβία αντίστοιχα και αμφότερες κέρδισαν με 6-1, ώστε να δώσουν ραντεβού για τον μεγάλο τελικό της 30ης Ιουλίου στο στάδιο Centenario.

Το ποδόσφαιρο της τακτικής ανάπτυξης είχε θριαμβεύσει απέναντι στο ποδόσφαιρο της επέλασης. Το el toque, που χρησιμοποιήθηκε ως λέξη για να παρομοιάσει το άγγιγμα της μπάλας με τρόπο αντίστοιχο της χορδής μιας κιθάρας στο tango, είχε επικρατήσει απέναντι στο ξερό χτύπημά της από μια άναρχη πολεμικού τύπου ανάπτυξη.

Ο πόλεμος βεβαίως έμοιαζε πλέον να εξελίσσεται έξω από τον αγωνιστικό χώρο. Στο Centenario κατέφθασαν 70,000 θεατές, με τον Βέλγο διαιτητή John Langenus να ζητάει ασφάλεια ζωής προκειμένου να εποπτεύσει την αναμέτρηση. Οι δύο ομάδες συμφώνησαν να χρησιμοποιήσουν τις δικές τους μπάλες σε κάθε ημίχρονο. Στο πρώτο ημίχρονο χρησιμοποιήθηκε η μπάλα της Αργεντινής και στο δεύτερο της Ουρουγουάης. Στο πρώτο ημίχρονο η Αργεντινή προηγήθηκε με 2-1, χάρη στα γκολ των Peucelle και Stabile, όμως στο δεύτερο ημίχρονο η Ουρουγουάη έκανε την ανατροπή, με το γκολ του Dorado από το 12′ να συμπληρώνεται από εκείνα των Cea, Iriarte και Castro. Οι Ουρουγουανοί γιόρταζαν στο σπίτι τους, στο νεότευκτο στάδιο, μια τεράστια και ιστορική επιτυχία. Αλλά η πιο μεγάλη επιτυχία εκείνου του τελικού δεν ήταν οι νικητές του, μα το ζευγάρι των νικητών και των ηττημένων, που μαζί είχαν κατατροπώσει όχι μόνο ομάδες, αλλά και ένα ποδοσφαιρικό παρελθόν που έμεινε από τότε για πάντα στο ιστορικό χρονοντούλαπο.

Στα επόμενα Μουντιάλ μπορεί να μην κέρδισε η Αργεντινή και η Ουρουγουάη, κέρδισαν όμως σίγουρα αρκετοί Αργεντίνοι, με 4 παίχτες που αγωνίστηκαν για την albiceleste στον τελικό του ’30 να αγωνίζονται με τη Squadra Azzurra, εκ των οποίων ο Luis Monti στον τελικό του 1934. Η Ουρουγουάη ξανακέρδισε το 1950, στον άλλο λατινοαμερικάνικο τελικό της ιστορίας των Παγκοσμίων Κυπέλλων και από τότε είναι ο “κοιμώμενος γίγαντας”. Η Αργεντινή κέρδισε 3 φορές, μία με την αναβίωση της La Nuestra από τον Menotti, μία με το τανγκό του Maradona και μία με τη δικαίωση της Scaloneta και το μοντέρνο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο που συνάντησε το ταλέντο του Messi και των συνεχιστών του. Όμως η Αγγλία δεν κέρδισε σχεδόν ποτέ, πέρα από εκείνο το αμφιλεγόμενο γκολ του Hurst στο Wembley. Αυτή ήταν η μοίρα που χάραξε εκείνη η δεκαετία για το ποδόσφαιρο και η οικογενειακή φωτογραφία της θα είναι για πάντα ο τελικός του 1930.

© Publica 2017 - 2025