Press "Enter" to skip to content

30 χρόνια από τότε που “μύρισε τυρινίνη”

Ήταν 14 Ιουνίου του 1987, ήταν Κυριακή, ήταν το χρυσό ’87 και ήταν ο Γκάλης, ο Γιαννάκης, ο Φιλίππου και τ’άλλα παιδιά, ήταν οι βολές Καμπούρη και ήμασταν πια πρωταθλητές. Εκείνο το καυτό βράδυ, αρχή ενός καυτού καλοκαιριού, άλλαξε η ιστορία του ελληνικού αθλητισμού, μπήκαν στο ελληνικό λεξιλόγιο και συντακτικό καινούριες λέξεις και φράσεις, αλλά πάνω απ’όλα ήταν η πρώτη φορά που όλοι, όλοι όμως, το σύνολο του ελληνικού πληθυσμού, κάθε ηλικίας, κάθε φύλου, από νεογέννητα μωρά (σαν τον γράφοντα) μέχρι υπερήλικες, είχαν στηθεί μπροστά από τις τηλεοράσεις για να παρακολουθήσουν μια αθλητική αναμέτρηση. Δεν ήταν μια ημερομηνία-σταθμός μόνο για το ελληνικό μπάσκετ και τον αθλητισμό, αλλά μια ημερομηνία-σταθμός για την ελληνική κοινωνία.

Ο “τόπος του εγκλήματος” ήταν το τότε αποκαλούμενο Παλέ ντε Σπορ, το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, το μεγάλο έργο της Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, σε μια εποχή που ο παπανδρεϊσμός, ο αυριανισμός και ότι άλλο με πρώτο συνθετικό ΠΑΣΟΚ και κατάληξη -ισμός, βρίσκονταν στο ιστορικό ζενίθ τους. Με βάση αυτή την ιστορική συγκυρία μπορεί κανείς να κατατάξει το μπάσκετ σε ένα κομμάτι από την κληρονομιά που άφησε το ΠΑΣΟΚ στο 30χρονο πέρασμά του. Η δεκαετία του ’80 σήμανε αλλαγές σε διοικητικό επίπεδο στην Ελληνική Ομοσπονδία Καλαθοσφαίρισης, την ανάδυση παραγόντων που σε εθνικό και διεθνές επίπεδο έπαιξαν καίριο ρόλο και συνεχίζουν να παίζουν μέχρι τις μέρες μας, ενώ ήταν επίσης η εποχή που το αμερικανοφερμένο άθλημα μπήκε στη ζωή της κάθε μικρής κοινωνίας, της κάθε γειτονιάς, με την παραδοσιακή αλάνα να δίνει τη θέση της στο ασφάλτινο γηπεδάκι με τις μπασκέτες, είτε στη σχολική αυλή, είτε στο μικρό δημοτικό πάρκο.

Πριν γράψουμε βεβαίως οτιδήποτε άλλο, μπαίνοντας στο κλίμα εκείνων των ημερών, είναι απαραίτητο να βάλουμε μουσική, το soundtrack που δέθηκε απόλυτα με εκείνο το έπος. Το 1986, το σουηδικό συγκρότημα Europe κυκλοφόρησε το άλμπουμ “The Final Countdown”, με το ομώνυμο τραγούδι να βρίσκεται πρώτο στη λίστα των κομματιών του. Το single του τραγουδιού γνώρισε τεράστια επιτυχία, ειδικά στην Ευρώπη, φτάνοντας στο Νο. 1 σε 25 χώρες και κερδίζοντας το χρυσό δίσκο στη Μεγάλη Βρετανία το 1986. Η επική hard rock μουσική, απόλυτα συνυφασμένη με το πνεύμα της ογδονταρίας, έμεινε στην ελληνική ιστορία λόγω του Ευρωμπάσκετ, σε σημείο μάλιστα που αρκετός κόσμος, για πολλά χρόνια, πίστευε ότι και η προέλευσή της ήταν ελληνική, αποδίδοντάς την στον Βαγγέλη Παπαθανασίου, ήδη γνωστό για τον ηλεκτρονικό ήχο του, που του είχε ήδη χαρίσει ένα όσκαρ. Μειοψηφία ήταν αυτοί που ήξεραν τον τίτλο ενός τραγουδιού που στην ελληνική καθομιλουμένη έμεινε ως “τυρινίνη”, λόγω της χαρακτηριστικής εισαγωγής του, που αποτελεί και το βασικό ορχηστρικό θέμα το οποίο επαναλαμβάνεται καθ’όλη τη διάρκειά του.

Η πορεία της Εθνικής μπάσκετ τη δεκαετία του 1980

Το μπάσκετ στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ άγνωστο άθλημα, ωστόσο η εθνική ομάδα ποτέ δεν πρωταγωνιστούσε, όπως γινόταν άλλωστε και με κάθε σπορ, που πέρα από κάποιες επιτυχίες συλλόγων, δε μετρούσε μεγάλες διεθνείς διακρίσεις. Ωστόσο, η πρώτη διάκριση της εθνικής ομάδας ήρθε αρκετά νωρίς, στο Ευρωμπάσκετ της Αιγύπτου, το πρώτο στο οποίο συμμετείχε, όπου η Ελλάδα στο πρωτάθλημα μεταξύ 7 χωρών κατέλαβε την 3η θέση, πίσω από την οικοδέσποινα Αίγυπτο και τη Γαλλία. Στη συνέχεια, ο θρίαμβος της ΑΕΚ επί δικτατορίας στο Καλλιμάρμαρο, με την κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων του 1968 ήταν ένα δυνατό πυροτέχνημα. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, όμως, ξεκίνησε μια διαφορετική ιστορία.

Το καλοκαίρι του 1979, ένας ελληνοαμερικάνος καλαθοσφαιριστής, ο Νίκος Γεωργαλής, που επιλέχθηκε στο νούμερο 68 του draft από τους Boston Celtics, έρχεται στην Ελλάδα. Τον διεκδικούν οι δύο μεγάλες ομάδες του Λεκανοπεδίου, Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός, αλλά τελικά καταλήγει στον Άρη, με αποτέλεσμα η ιστορία του μπάσκετ να αναδείξει τη Θεσσαλονίκη ως πρωτεύουσα του αθλήματος. Για την ακρίβεια να την επιβεβαιώσει, καθώς ένας άλλος σύλλογος από τη νύμφη του Θερμαϊκού, η ΧΑΝΘ, ήταν αυτός που είχε εισάγει το άθλημα στην Ελλάδα στις αρχές του 20ου αιώνα.

Ο Γκάλης, όπως ήταν το ελληνοαμερικανικό παραλαγμένο επίθετό του, έκανε ένα τρομερό δίδυμο με τον Παναγιώτη Γιαννάκη, αρχικά στην εθνική ομάδα και στην συνέχεια και στον Άρη, μαζεύοντας γύρω τους και μια φουρνιά με πολύ ταλέντο για να αλλάξουν επίπεδο στο ελληνικό μπάσκετ. Η συγκέντρωση αυτού του ταλέντου, ωστόσο, δεν ήταν τυχαία. Υπήρξε συγκεκριμένη πολιτική επιλογή, με την τοποθέτηση του Γιώργου Βασιλακόπουλου σε εκτελεστικό ρόλο για την εφαρμογή της, προκειμένου να αναπτυχθεί στην Ελλάδα ένα άθλημα το οποίο είχε τη δυναμική για να φέρει μεγάλες επιτυχίες.

Η Ελλάδα συμμετέχει σχεδόν σταθερά στα Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, χωρίς όμως κάποια μεγάλη επιτυχία. Κατατάσσεται 9η στην Ιταλία το 1979, 9η στην Τσεχοσλοβακία το 1981 και 11η στη Γαλλία το 1983. Ωστόσο, η μεγάλη επιτυχία έρχεται το 1986, όταν και καταφέρνει να πάρει την πρόκριση στο Παγκόσμιο Κύπελλο για πρώτη φορά στην ιστορία της. Η Ελλάδα, ασήμαντη ακόμα ως μπασκετικό μέγεθος, δείχνει ότι μπορεί να κοντράρει στα ίσα, έστω και ανεπιτυχώς, μεγαθήρια του αθλήματος. Στο Μουντομπάσκετ της Ισπανίας ο Νίκος Γκάλης αναδεικνύεται πρώτος σκόρερ, η Ελλάδα περνάει στο δεύτερο γύρο της διοργάνωσης, νικώντας μάλιστα στον όμιλο τη Γαλλία, αλλά στον επόμενο γύρο, παρά την αξιοπρεπή εμφάνισή της, κάνει 3 ήττες και αποκλείεται κατακτώντας τη 10η θέση.

Ωστόσο, η σημαντική στιγμή θα ερχόταν την επόμενη χρονιά. Οι ενέργειες των ελλήνων παραγόντων, μαζί με την πολιτική βούληση της τότε κυβέρνησης, που είχε ολοκληρώσει και το χτίσιμο ενός υπερσύγχρονου κλειστού σταδίου στον Πειραιά, το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, έφερναν το Ευρωμπάσκετ του 1987 στην Ελλάδα. Προφανώς, οι προσδοκίες για κάτι μεγαλύτερο από τις θέσεις εκτός 8άδας ήταν υπαρκτές, αλλά πολύ λίγοι ίσως θα μπορούσαν να φανταστούν αυτό που θα ακολουθούσε.

Το Ευρωμπάσκετ του 1987

Η εθνική Ελλάδος, απούσα από του Ευρωμπάσκετ της ΟΔ Γερμανίας, το 1985, κέρδισε χωρίς προκριματικά την είσοδό της στο τουρνουά του 1987 ως οικοδέσποινα. Στον Α’ όμιλο, από τον οποίον κέρδιζαν την πρόκριση 4 από τις 6 ομάδες, κληρώθηκε να παίξει απέναντι σε μεγαθήρια. Πέρα από την αδύναμη Ρουμανία, αντίπαλοι της Ελλάδας στην πρώτη φάση ήταν η πρωταθλήτρια Ευρώπης και δευτεραθλήτρια Κόσμου, ΕΣΣΔ, η πανίσχυρη ενωμένη Γιουγκοσλαβία, που ένα χρόνο νωρίτερα είχε χάσει για έναν πόντο στην παράταση την είσοδο στον τελικό του Μουντομπάσκετ, η 5η στον κόσμο και χάλκινη πρωταθλήτρια Ευρώπης, Ισπανία, καθώς και μία παραδοσιακή δύναμη του ευρωπαϊκού μπάσκετ, η Γαλλία.

Η πρώτη αναμέτρηση για την Ελλάδα είναι ιδανική για να κάνει ξεκίνημα με το δεξί στη διοργάνωση. Η πιο αδύναμη ομάδα του ομίλου, Ρουμανία, θα πρέπει να νικηθεί και αυτό γίνεται με χαρακτηριστική άνεση. Ο Νίκος Γκάλης πετυχαίνει 44 πόντους, ο Φασούλας τον ακολουθεί με 20 και το τελικό σκορ διαμορφώνεται 109-77, δείχνοντας ότι αυτή η ομάδα είναι ικανή για την υπέρβαση. Ωστόσο, η αισιοδοξία είναι συγκρατημένη, λόγω της δυναμικής του αντιπάλου. Στο ΣΕΦ, για εκείνη την πρεμιέρα της 3ης Ιούνη, βρέθηκαν 8000 θεατές.

Η πρώτη έκπληξη…

Το επόμενο βράδυ, στις 10 μμ, ήταν η ώρα για το πρώτο σοβαρό τεστ εκείνης της ομάδας. Ένα παιχνίδι πολύ κρίσιμο και για το ηθικό της, αλλά και για την υπόθεση της πρόκρισης στην επόμενη φάση, από έναν πολύ δύσκολο όμιλο. Η πανίσχυρη Γιουγκοσλαβία, η μεγάλη των Πλάβι σχολή, έχοντας στις τάξεις της τους Drazen Petrovic, Alexander Djordjevic, Toni Kukoc, Zarko Paspalj, Dino Radja, Ratko Radovanovic και τον μετ’έπειτα ηγέτη όλων, τον Vlade Divac, ήταν ένα μεγαθήριο, σχεδόν αδύνατο να νικηθεί από μια μικρομεσαία στο παγκόσμιο στερέωμα ομάδα.

Ο Γκάλης κάνει για ακόμα μια φορά τα μαγικά του, παίρνοντας το παιχνίδι πάνω του και πετυχαίνει ξανά 44 πόντους, με το τελικό σκορ να διαμορφώνεται 84-78 υπέρ της Ελλάδας. Τη μεγάλη αυτή υπέρβαση παρακολουθεί στο ΣΕΦ ένα πλήθος 17000 θεατών, που πλέον έχουν αρχίσει να πιστεύουν ότι αυτή η ομάδα είναι ικανή για μεγάλα πράγματα.

Η βαριά ήττα από την Ισπανία…

Στις 5 Ιούνη, η Ελλάδα αντιμετωπίζει μία ομάδα που παραδοσιακά δε μπορεί να κερδίσει στο μπάσκετ, την Ισπανία. Ο ενθουσιασμός από τη μεγάλη νίκη επί της Γιουγκοσλαβίας δίνει τη θέση του σε μια ανώμαλη προσγείωση, καθώς οι Ισπανοί επικρατούν κατά κράτος, κερδίζοντας με 106-89. Εκείνη τη στιγμή αυτή η ομάδα πρέπει να αποδείξει το χαρακτήρα της, καθώς έχει ακόμα 2 πολύ σημαντικά παιχνίδια για την πρόκριση στον επόμενο γύρο, έχει την τύχη της στα χέρια της και αν θέλει να κάνει την υπέρβαση πρέπει να βρει το σθένος να ξανασηκώσει κεφάλι.

Η πρώτη αναμέτρηση με τη Σοβιετική Ένωση

Το επόμενο κιόλας βράδυ, αντίπαλος της εθνικής που προσπαθεί να ξανασταθεί στα πόδια της είναι η κορυφαία ομάδα του πλανήτη, η Σοβιετική Ένωση. Μια αρμάδα αστεριών, θρύλων του ευρωπαϊκού και παγκόσμιου μπάσκετ. Στο πρώτο ημίχρονο η εθνική ομάδα κάνει τους εκατομμύρια πιστούς της να μένουν με το στόμα ανοιχτό, καθώς στην ανάπαυλα προηγείται με 37-30! Πρωταγωνιστής και σ’αυτή την αναμέτρηση και πάλι ο Νίκος Γκάλης, που σηκώνει πάλι την υπόθεση του σκοραρίσματος στους ώμους του, σημειώνοντας 31 πόντους. Τελικά, οι Σοβιετικοί, καταφέρνουν να πάρουν τη νίκη οριακά, με σκορ 66-69 και πρωταγωνιστή έναν 23χρονο Λιθουανό, τον Raimondas Sarunas Marciulionis, που πετυχαίνει 22 πόντους.

Ωστόσο, το αποτέλεσμα είναι απόλυτα ενθαρρυντικό για την ελληνική ομάδα, που δείχνει ότι μπορεί να χτυπήσει στα ίσια οποιονδήποτε αντίπαλο στον κόσμο, ακόμα και τις “ανίκητες” εθνικές ομάδες. Δείχνει επίσης ότι η επιτυχία επί της Γιουγκοσλαβίας μόνο τυχαία δεν ήταν. Από εκείνο το σημείο και μετά, οι ελπίδες για ένα μετάλλιο αρχίζουν και μεγαλώνουν, ο γενικός στόχος μιας αφηρημένης διάκρισης παίρνει συγκεκριμένη μορφή.

Το κρίσιμο παιχνίδι με τη Γαλλία

Παρά τις εκπληκτικές εμφανίσεις της, η Ελλάδα στην τελευταία αγωνιστική των ομίλων δεν έχει εξασφαλίσει ακόμα την πρόκρισή της. Έχοντας 2 νίκες και 2 ήττες σε 4 αγώνες, το βράδυ της 7ης Ιούνη πρέπει να κερδίσει τη Γαλλία προκειμένου να αγωνιστεί στα προημιτελικά. Θεωρητικά, με βάση και τις εμφανίσεις της, η Ελλάδα θα πρέπει να πάρει αυτή τη νίκη, όμως όλα μένουν να αποδειχτούν στο βραδινό παιχνίδι της ημέρας, στο παρκέ του ΣΕΦ.

Τελικά, η θεωρία γίνεται πράξη, ο Γκάλης κάνει ακόμα ένα ρεσιτάλ, στο οποίο τον ακολουθούν οι Χριστοδούλου, Γιαννάκης και Καμπούρης και η Ελλάδα περνάει ως 4η από τον όμιλό της στα προημιτελικά, ισοβαθμώντας με τη Γιουγκοσλαβία και την Ισπανία, έχοντας όμως χειρότερη συγκομιδή πόντων.

Το βήμα προς το μετάλλιο

Στον προημιτελικό η Ελλάδα βρίσκει απέναντί της την αήττητη Ιταλία, που τερμάτισε πρώτη στον σαφώς πιο εύκολο Β’ όμιλο. Οι Ιταλοί, πρωταθλητές Ευρώπης το 1983, ήταν 4οι στο Ευρωμπάσκετ του 1985 και 6οι στο Μουντομπάσκετ του 1986 και μόνο εύκολος αντίπαλος δε θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν. Το διακύβευμα της μάχης όμως ήταν πολύ συγκεκριμένο, μια νίκη θα σήμαινε είσοδο στους 4 και άρα μια θέση πολύ κοντά στο μετάλλιο, που θα αποτελούσε μια εκπληκτική επιτυχία και πέρασμα σε ένα άλλο επίπεδο για την ελληνική ομάδα.

Το απόγευμα της 10ης Ιούνη, όλα φαινόταν να πηγαίνουν ιδανικά για την Ελλάδα. Στο πρώτο ημίχρονο η εθνική ομάδα προηγούνταν με σκορ 49-35 και ήδη οι πανηγυρισμοί είχαν ξεκινήσει. Πέρα από τον Γκάλη, σε εκπληκτική μέρα βρισκόταν και ο Γιαννάκης, με τους δύο να πετυχαίνουν 38 και 22 πόντους αντίστοιχα, διαμορφώνοντας το τελικό σκορ 90-78 και βγάζοντας μαζικά τους Έλληνες στους δρόμους. Ήταν η πρώτη φορά που στην Ελλάδα γιορταζόταν με τέτοιο παροξυσμό μια επιτυχία εθνικής ομάδας. Το μετάλλιο έμοιαζε πολύ κοντά, με τους αντιπάλους του ομίλου να σχηματίζουν την τετράδα των ημιτελικών. Για να επιτευχθεί ο στόχος έπρεπε στα δύο επόμενα παιχνίδια η ελληνική ομάδα να πετύχει μία νίκη, όλα ήταν πλέον δυνατά.

Η επανάληψη του θριάμβου στον ημιτελικό

Στον ημιτελικό η Ελλάδα αντιμετώπιζε για ακόμα μια φορά τη Γιουγκοσλαβία. Αν και οι Πλάβι είχαν ηττηθεί από τον Γκάλη και την παρέα του στον όμιλο, το διακύβευμα της συγκεκριμένης αναμέτρησης έκανε τα πράγματα πολύ πιο δύσκολα για την Ελλάδα. Η μάχη προβλεπόταν επική και τα αποθέματα της ελληνικής ομάδας έρπεπε να είναι πολλά περισσότερα για να έρθει η μεγάλη επιτυχία, που σήμαινε πρόκριση στο μεγάλο τελικό και εξασφάλιση του μεταλλίου.

Στο παιχνίδι της 12ης Ιουνίου τα πράγματα δεν ξεκίνησαν ιδανικά για την Ελλάδα. Οι Γιουγκοσλάβοι, με πρώτο βιολί τον Drazen Petrovic πυροβολούσαν το ελληνικό καλάθι και στο πρώτο ημίχρονο είχαν πάρει προβάδισμα 10 πόντων. Μέσα σε 8 λεπτά όμως τα πράγματα είχαν έρθει τούμπα, το καλάθι του Φασούλα στο 28ο λεπτό έβαλε για πρώτη φορά μπροστά την Ελλάδα. Ο Γκάλης έκανε για μια ακόμα φορά τα θαύματά του, πετυχαίνοντας μάλιστα ένα από τα καλύτερα καλάθια της καριέρας του ανάμεσα σε 4 Γιουγκοσλάβους και μαζί του, σε εκπληκτική μέρα βρίσκεται ο Φάνης Χριστοδούλου, που πετυχαίνει συνολικά 18 πόντους. Το τελικό σκορ, σε ένα επικό φινάλε διαμορφώνεται 81-77 υπέρ της Ελλάδος! Η εθνική έχει ξανακάνει το θαύμα της, πετάει εκτός τελικού τη Γιουγκοσλαβία και ετοιμάζεται για τη μεγαλύτερη στιγμή της ιστορίας της, 2 μέρες αργότερα, στο μεγάλο τελικό, όπου θα βρει απέναντί της την πανίσχυρη και αήττητη στο τουρνουά Σοβιετική Ένωση.

Οι Έλληνες είναι στους δρόμους, πλέον όλα είναι δυνατά, η ίδια η κορυφή. Ο τελικός είναι ένα παιχνίδι, που ακόμα και απέναντι στο μεγαθήριο, την ΕΣΣΔ, μπορεί να κερδηθεί, χάρη στην ώθηση και το εκπληκτικό momentum που υπάρχει απ’άκρη σ’άκρη σε ολόκληρη τη χώρα.

Η χρυσή 14η Ιούνη 1987

Η νύχτα της Κυριακής, 14 Ιούνη του 1987, ήταν η μεγαλύτερη νύχτα του ελληνικού αθλητισμού, μέχρι την επόμενη! Για πρώτη φορά μια ελληνική εθνική ομάδα βρισκόταν στον τελικό μιας ευρωπαϊκής διοργάνωσης. Απέναντί της ίσως η καλύτερη ομάδα του κόσμου. Η ΕΣΣΔ είχε μία σύνθεση που προκαλούσε και ακόμα και σήμερα προκαλεί ίλιγγο. Με coach τον Αλεξάντερ Γκομέλσκυ, την αποστολή της αποτελούσαν οι Αλεξάντερ Βολκόφ, Βάλντις Βάλτερς, Βλαντιμίρ Τκατσένκο, Βαλέρι Τιχονένκο, Σαρούνας Μαρτσιουλιόνις, Σαργκέιους Γιοβάισα, Βαλντεμάρας Χομίτσιους, Σεργκέι Ταρακάνοφ, Σεργκέι Μπαμπένκο, Χέινο Έντεν, Βίκτορ Πανκράσκιν και Βαλερί Γκομπόροφ.

Απέναντί της, η σύνθεση της ελληνικής ομάδας, είχε μερικούς αστέρες, μερικά ταλέντα που τότε ξεκινούσαν μια μεγάλη πορεία στο παρκέ, καθώς και κάμποσους παίχτες που σήκωσαν την εθνική ομάδα και την ανέβασαν επίπεδο τα χρόνια που ακόμα κανείς δεν ασχολούνταν μαζί της. Προπονητής ήταν ο Κώστας Πολίτης και είχε στη διάθεσή του τους Νίκο Γκάλη, Παναγιώτη Γιαννάκη, Παναγιώτη Φασούλα, Φάνη Χριστοδούλου, Μιχάλη Ρωμανίδη, Νίκο Φιλίππου, Νίκο Σταυρόπουλο, Αργύρη Καμπούρη, Μέμο Ιωάννου, Λιβέρη Ανδρίτσο, Παναγιώτη Καρατζά και Νίκο Λινάρδο. Εκείνη την εποχή οι αλλαγές σε έναν αγώνα μπάσκετ δεν ήταν τόσο συχνές όσο σήμερα, με την αρχική πεντάδα να παίρνει πολύ μεγαλύτερο μέρος του παιχνιδιού στις πλάτες της, ωστόσο όλοι αυτοί οι παίχτες βοήθησαν σε συγκεκριμένες στιγμές τη μεγάλη αυτή, σχεδόν μυθοπλαστική, πορεία.

Το παιχνίδι ήταν ένα πραγματικό ντέρμπι. Από πλευράς Σοβιετικής Ένωσης οι Βάλτερς, Γιοβάισα και Μαρτσιουλιόνις βρισκόταν σε εκπληκτική βραδιά, ενώ απίστευτα προβλήματα στην ελληνική ομάδα προκαλούσε ο “αγαθός γίγαντας” Τκατσένκο (ή Τσατσένκο όπως τον μάθαμε από την περιγραφή του Φίλιππου Συρίγου). Από ελληνικής πλευράς ο Γκάλης ήταν και πάλι στην πρώτη γραμμή του σκοραρίσματος, παίζοντας προφανώς το πιο σημαντικό παιχνίδι της καριέρας του, μέχρι εκείνη τη μέρα αλλά τελικά, όπως αποδείχθηκε και στο σύνολό της.

Τα προβλήματα για την Ελλάδα ξεκίνησαν νωρίς, από το πρώτο ημίχρονο, όταν οι δύο Παναγιώτηδες, Γιαννάκης και Φασούλας, έφτασαν τα 3 φάουλ έκαστος, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη πίεση όσο αφορά την άσκηση των αμυντικών τους καθηκόντων. Οι δύο ομάδες έπαιρναν μικρό προβάδισμα κάθε φορά, ώστε να φτάσουν στην ανάπαυλα με την Ελλάδα να προηγείται με σκορ 42-41.

Στην επανάληψη το ακατάλληλο για καρδιακούς σενάριο συνεχίστηκε. Οι δύο ομάδες πήγαιναν κυριολεκτικά πόντο-πόντο και στα highlights ήταν οι διαρκείς συγκρούσεις του Παναγιώτη Γιαννάκη με τον …αγκώνα του Τκατσένκο, που πολλές φορές γινόταν καθώς η διαφορά ύψους του Σοβιετικού δεν του επέτρεπε να …δει τον έλληνα “δράκο”. Η Σοβιετική Ένωση στην αρχή του τελευταίου δεκαλέπτου πήρε μια μικρή διαφορά, όμως η ελληνική ομάδα, με την πλάτη στον τοίχο, έχοντας τους Φασούλα και Γιαννάκη με 4 φάουλ, δεν το έβαζε κάτω, έχοντας και την ώθηση ενός κατάμεστου ΣΕΦ.

Τα πράγματα στη συνέχεια έμοιαζαν ακόμα πιο δύσκολα, με τον Φασούλα να μην καταφέρνει να σταματήσει τον Τκατσένκο, συμπληρώνοντας 3 λεπτά πριν τη λήξη τα 5 φάουλ. Το σουτ του Ιωάννου όμως, στο 2:12 πριν το τέλος έφερε τη διαφορά στους 3 πόντους και από εκείνη τη στιγμή τα πράγματα έμοιαζαν πολύ πιο δυνατά. Στην επόμενη ακριβώς φάση αποχώρησε από το παιχνίδι και ο Παναγιώτης Γιαννάκης, με το κοντράστ συναισθημάτων να χτυπάει κόκκινο και τον Ισπανό διαιτητή Vicente Sanchis να γίνεται “κόκκινο πανί” για τους Έλληνες φιλάθλους.

Τελικά η Ελλάδα καταφέρνει και ισοφαρίζει, με το τελευταίο λεπτό να ανήκει στη Σοβιετική Ένωση. Στα 12 δευτερόλεπτα ο Χριστοδούλου κερδίζει το ριμπάουντ, δίνει τη μπάλα στον Ιωάννου αλλά ο δεύτερος αποτυγχάνει να δώσει τη μεγάλη νίκη στην Ελλάδα. Στα δευτερόλεπτα που απομένουν οι Σοβιετικοί σημειώνουν εκπρόθεσμο καλάθι κι έτσι οι δύο ομάδες, μετά από ένα θρίλερ διαπραγματεύσεων για την τελευταία φάση, ετοιμάζονται για την παράταση.

Με την έναρξη της παράτασης και την απουσία του Τκατσένκο, καθώς και του Μαρτσιουλιόνις, που αποχώρησαν με 5 φάουλ, ο Γκάλης συνεχίζει το ρεσιτάλ του. Το σκορ συνεχίζει να ανεβαίνει σταθερά και για τις δύο ομάδες. Ο Γκάλης, 45 δευτερόλεπτα πριν το τέλος κάνει το 101-98, αλλά ο Γιοβάισα ισοφαρίζει με τρίποντο. Ο Κώστας Πολίτης παίρνει το time out 36 δευτερόλεπτα πριν τη λήξη, με το σκορ να βρίσκεται στο 101-101.

Ο Γκάλης κατεβάζει για την τελευταία επίθεση της Ελλάδας, δίνει στον Ανδρίτσο, αυτός βγάζει στον Ιωάννου που χάνει το σουτ απελευθερωμένος, αστοχεί, το ριμπάουντ παίρνει ο Καμπούρης και ο Γκομπόροφ του κάνει φάουλ για να κερδίσει 2 θρυλικές βολές. Ο Αργύρης Καμπούρης ετοιμάζεται στη γραμμή των βολών, ο Φίλιππος Συρίγος μιλάει για “πρόκριση” μέσα στο ντελίριο και χαρακτηρίζει τον Καμπούρη “τίμιο γίγαντα”. Ο Καμπούρης ευστοχεί και στις 2 βολές!! Στα 6 δευτερόλεπτα που απομένουν, ο Βάλτερς δίνει τη μπάλα στον Γιοβάισα, που αυτή τη φορά αστοχεί στο τρίποντο και η Ελλάδα είναι ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΡΙΑ ΕΥΡΩΠΗΣ!!!

Οι τελευταίες συγκλονιστικές στιγμές του τελικού

Ολόκληρος ο αγώνας απέναντι στη Σοβιετική Ένωση

Είμαστε πια πρωταθλητές!!!

Τίποτα δεν ήταν πια ίδιο για το ελληνικό μπάσκετ και τον ελληνικό αθλητισμό. Για πρώτη φορά ένα αθλητικό γεγονός στην Ελλάδα γίνεται κοινωνικό φαινόμενο, οδηγεί σε μαζικό παροξυσμό και η Ελλάδα ζει στιγμές ανεπανάληπτες. Η μεγάλη νίκη αγγίζει ακόμα και την παραγωγή κουλτούρας, με το μπάσκετ να μπαίνει στα τραγούδια, στις ταινίες, στις τηλεοπτικές σειρές, σε όλες τις συζητήσεις, παντού!!! Ο Νίκος Πορτοκάλογλου με τους Φατμέ γράφει ένα τραγούδι, που δίπλα στο Final Countdown (ή τυρινίνη) αποτελεί τον ύμνο της εποποιίας: “είμαστε πια πρωταθλητές, έρχονται άλλες εποχές”, δίνοντας διαστάσεις εθνικής ανάτασης και λόγους αισιοδοξίας για την πορεία όχι μόνο του ελληνικού μπάσκετ, αλλά ενός ολόκληρου λαού που “πίνει απ’ το κύπελλο σαμπάνια, για τη χαμένη περηφάνια που θυμηθήκαμε ξανά”.

Έχουν περάσει 30 χρόνια από τότε, όλοι ξέρουν την ιστορία του ελληνικού μπάσκετ, αλλά και την ιστορία της Ελλάδος τα χρόνια που μεσολάβησαν. Το γεγονός ότι η ημερομηνία αυτή παραμένει ως σήμερα ορόσημο στην πρόσφατη αυτή ιστοριογραφία αναδεικνύει, 3 δεκαετίες μετά, τη μεγάλη της σημασία. Εκείνη η νύχτα που μύρισε “τυρινίνη” θα δίνει λόγους να αναπολούν εκείνοι που την έζησαν και να φαντάζονται και να ονειρεύονται αυτοί που την έμαθαν σαν ένα κομμάτι Ιστορίας.

Be First to Comment

Αφήστε μια απάντηση