Ήταν 9 του Οκτώβρη, 1967, όταν τα Ηλύσια Πεδία της επανάστασης υποδέχονταν ένα από τα λαμπρότερα σύμβολα, κορυφαίο μεταξύ όλων εκείνων που με τη ζωή τους φώτισαν το δρόμο του Ανθρώπου προς τα εμπρός. Εκείνη τη μέρα, στα βουνά της Βολιβίας, πήρε τη μορφή ενός ανθρώπου η ιδέα της ανιδιοτελούς μάχης ώστε ο κόσμος που ζούμε να συνεχίσει να πηγαίνει “πάντα μπροστά”.
Ο Ernesto “Che” Guevara de la Serna, είναι αδιαμφισβήτητα η πιο αναγνωρίσιμη μορφή στην ιστορία της ανθρωπότητας. Το πρόσωπό του, μέσα κι από μία θρυλική φωτογραφία των πρώτων μετεπαναστατικών χρόνων της Κούβας, είναι η “σημαία” όσων μετά από αυτόν εμπνεύστηκαν, πείστηκαν και αποφάσισαν να λήξουν μια για πάντα την πρόσκαιρη εμπειρία της ανθρώπινης εκμετάλλευσης.
Ο γιος μιας μικροαστικής οικογένειας της Αργεντινής, με ρίζες από την Ιρλανδία και τη χώρα των Βάσκων, παραδοσιακές περιοχές ανάπτυξης εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων και άρα επαναστατικής δράσης, που αγαπούσε όσο τίποτα το ράγκμπι και σπούδασε ιατρική, έμελλε να γίνει το παράδειγμα εκείνο του ανθρώπου που μακριά από κάθε είδους τυχοδιωκτισμό κατάφερε να ενσαρκώσει την ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου επαναστάτη, όχι απαραίτητα και απόλυτα θεωρητικού, αλλά σίγουρα ικανού να δουλέψει σε όλα τα επιμέρους κομμάτια αυτού του καθήκοντος.

Η ασίγαστη πνευματική φλόγα που διέκρινε την προσωπικότητά του τού είχε μάθει από αρκετά νωρίς να αγωνίζεται πέρα από τα φαινομενικά όριά του. Όταν με το πρώτο του ψευδώνυμο, “Fuser” (από το Furibundo Serna), αγωνιζόταν πάνω από τις αντοχές του, δαμάζοντας το ίδιο το άσθμα, έπαιζε ράγκμπι σαν να μην υπάρχει αύριο, στα μαθητικά και φοιτητικά του χρόνια. Από τότε, το πρώτο του πάθος το αντιμετώπιζε πολύπλευρα, έχοντας το πρώτο επαναστατικό παράσημο, ένα περιοδικό για το ράγκμπι, όπου αρθρογραφούσε και ο ίδιος εξέδιδε, το οποίο λογοκρίθηκε από τις αρχές καθώς μέσα από την οπτική του για την ανάπτυξη ενός αθλήματος μπορούσε να σπέρνει ριζοσπαστικές επαναστατικές ιδέες.

Η ωρίμανσή του ήρθε μέσα από την αναγνώριση ενός μεγάλου γεωγραφικού χώρου, ολόκληρης της Λατινικής Αμερικής. Για άλλους ο γύρος μιας ηπείρου με μια μοτοσυκλέτα μπορεί να αποτελεί διέξοδο αναψυχής, όμως για το ιδιαίτερο μυαλό του Γκεβάρα, που ήδη είχε στο επίκεντρο της σκέψης του τη διαδικασία περάσματος σε ένα νέο κόσμο, αυτό το ταξίδι ήταν το απαραίτητο πείραμα για να βγάλει ένα συμπέρασμα που εν συνεχεία έγινε το επίκεντρο της ιδεολογικής του πορείας αλλά και της επαναστατικής του δράσης. Ο γύρος της Λατινικής Αμερικής για τον “Τσε” ήταν μοναχά η επιβεβαίωση της αντίληψής του ότι μια ολόκληρη ήπειρος, με κοινά χαρακτηριστικά, χρειάζεται την ίδια λύση για να αντιμετωπίσει σε κάθε γωνιά της τα ίδια προβλήματα: το σπάσιμο της ταξικής εκμετάλλευσης, γιατί σε όποια χώρα κι αν βρισκόταν αυτό που έβλεπε ήταν ότι οι άνθρωποι δε χωρίζονταν σε Αργεντίνους, Χιλιανούς, Περουβιανούς κλπ, αλλά σε φτωχούς και πλούσιους. Σε φτωχούς που είχαν να αντιμετωπίσουν τις ίδιες αγωνίες για την επιβίωση, για τη μάχη με αρρώστιες, με την πείνα, που διασκέδαζαν, προβληματίζονταν, αγαπούσαν με τον ίδιο τρόπο και σε πλούσιους που όσο φτωχή κι αν ήταν η χώρα που ζούσαν μπορούσαν να ζουν ως παράσιτα, κλέβοντας τον πλούτο που άλλοι παρήγαγαν γι’αυτούς.
Ο Ερνέστο που παίζοντας ράγκμπι είχε μάθει να αναπνέει περισσότερο απ’όσο άντεχε το σώμα του, προφανώς δεν ήταν ο τύπος του ανθρώπου που όλη αυτή την εμπειρία δε θα τη μετέτρεπε αρχικά σε γνώση και μετ’ έπειτα σε δράση. Εμπνευσμένος από την οικονομική ανάπτυξη της ΕΣΣΔ, κατά τη διάρκεια των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων (περίοδος που ΓΓ του ΚΚΣΕ ήταν ο Ιωσήφ Στάλιν), φρόντισε να εξοπλιστεί με ότι σημαντικότερο υπάρχει πριν ξεκινήσει να κάνει πράξη αυτό που ήταν εμφανές ότι έπρεπε να γίνει, την αλλαγή αυτών των λατινοαμερικάνικων κοινωνιών. Βαθύς μαρξιστής, με τη λενινιστική έννοια του όρου, χωρίς “στρογγυλέματα” και υποχωρήσεις, καθώς ο σκοπός απαιτεί την καθαρότητα στην επαναστατική αντίληψη, φρόντισε να κατανοήσει την κοσμοθεωρία της εποχής του, τάσσοντας εαυτόν απόλυτα στο καθήκον που η Ιστορία επιβάλλει στους ομοίους του, δηλαδή το να γίνει μέρος μιας μεγάλης κίνησης προς τα εμπρός, μιας κίνησης που σε διαφορετικές εποχές έχει διαφορετική μορφή, αλλά αυτοί που γίνονται κομμάτι τους μοιάζουν να έχουν παρόμοια χαρίσματα, από τον Σπάρτακο μέχρι το δοξασμένο Comandante.
Η χώρα που είχε την τύχη να γίνει η πρώτη πατρίδα του καθ’όλα διεθνιστή Che, ήταν η Κούβα, το αμερικανικό προτεκτοράτο, ο παράδεισος των μαφιόζων, που από τα χρόνια του μένουν εξόριστοι να αληχτάνε στις ακτές της παρανομίας, εκεί που οι άνθρωποι σκοτώνονται είτε για ένα δολάριο, είτε για το μαύρο δέρμα τους, είτε για την άσπρη σκόνη. Έχοντας στην αντίληψή του το σκοπό της επανάστασης πολύ πιο καθαρά από τον ιστορικό ηγέτη της, τον Φιντέλ Κάστρο, έπαιξε τεράστιο ρόλο ώστε αυτή να μη σημάνει απλά την απελευθέρωση από τους ξένους δεσμώτες της, αλλά την απελευθέρωση ενός λαού από κάθε είδους δεσμά. Ο Τσε ήξερε ότι η διαδικασία αυτή είναι δύσκολη, περίπλοκη, απαιτητική και απαιτεί μάχη σε πολλά επίπεδα. Πολλοί γνωρίζουν σήμερα την επαναστατική αρετή της ανιδιοτέλιας, της αυτοθυσίας που τον διέκρινε, αλλά λίγοι γνωρίζουν ότι ήταν ένα αναντικατάστατο μυαλό, που έλαμψε στη διαδικασία της κουβανικής επανάστασης και μετ’έπειτα σοσιαλιστικής οικοδόμησης, οργανώνοντας σε θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο από τον τρόπο της διεξαγωγής του ανταρτοπόλεμου μέχρι τη βιομηχανική ανασυγκρότηση μιας χώρας, δίνοντας αμέτρητες ιδεολογικές μάχες και με τους αντιπάλους αλλά και με τις αντιλήψεις που υπήρχαν στο “δικό του” στρατόπεδο.
Δεν ήταν η μοίρα, αλλά η ανάπτυξη του Τσε σε πολύπλευρο επαναστάτη που κέρδισε τον πόλεμο, όταν χρειάστηκε ο δικός του ιδιαίτερος χειρισμός για να κερδηθεί η μάχη στη Σάντα Κλάρα που καθόρισε τη στρατιωτική έκβαση της επαναστατικής μάχης. Δεν ήταν η τύχη και το ταλέντο, αλλά η μαρξιστική κατάρτηση του Τσε που έβαλε την Κούβα σε ένα ξεκάθαρο ιδεολογικό στρατόπεδο ώστε να εξασφαλίσει την επιβίωση των όσων κερδήθηκαν από έναν λαό που κατάφερε να κάνει τη δική του “έφοδο στον ουρανό”.
Ο Τσε ήταν αυτός που μέσα από την κατάσταση που επικρατούσε στη “μεγάλη πατρίδα” του, τη Λατινική Αμερική, κατάφερε να αντιληφθεί σε βάθος τα χαρακτηριστικά του “Τρίτου Κόσμου” και ουσιαστικά να αφιερώσει τη ζωή του και τον αγώνα του στον τρόπο που αυτός θα μπορούσε να απελευθερωθεί. Πίστευε βαθειά ότι οι λαοί των πιο εκμεταλλευόμενων χωρών μπορούσαν πολύ πιο εύκολα να βοηθήσουν στη γεωγραφική εξάπλωση του κομματιού εκείνου του πλανήτη που δεν υπήρχε πια το τροχοπέδη για την εξέλιξη της ανθρωπότητας, η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Πέρα από τυχοδιωκτισμούς έψαχνε να βρει πώς θα μπορούσε αυτό που οργανώθηκε στην Κούβα να οργανωθεί και αλλού, στην Αφρική και ολόκληρη τη Λατινική Αμερική. Ο ρόλος του στην εξάπλωση των ταξικά προσανατολισμένων εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων ήταν τεράστιος, σε θεωρητικό αλλά και πρακτικό επίπεδο. Ο λόγος που ο ίδιος έφυγε για να πολεμήσει “σε ένα ξένο ακρογυάλι” δεν ήταν για να ικανοποιήσει ένα ανώριμο επαναστατικό ένστικτο, αλλά γιατί ήξερε ότι αυτό που κατορθώθηκε μία φορά και είχε πάρει πλέον το δρόμο του, στην Κούβα, θα μπορούσε με την εμπειρία που είχε κερδηθεί να πραγματοποιηθεί αρκετές ακόμη. Ποτέ δεν παράτησε την Κούβα και ποτέ δεν τον παράτησε ο Φιντέλ, ό,τι κι αν προσπαθούν να πουν σήμερα οι ορκισμένοι εχθροί του, που μη μπορώντας να τον σβήσουν από την Ιστορία, επιχειρούν να αλλοιώσουν το νόημα του περάσματός του από αυτήν.

Στα βουνά της Βολιβίας έμελλε να παιχτεί η τελευταία πράξη μιας ζωής που εκείνη τη μέρα, 9 του Οκτώβρη του 1967, όρισε το πέρασμά της στην αιωνιότητα. Σ’εκείνη τη μάχη ο Τσε έπαιξε ξανά μια φορά πέρα από τα όριά του, ήξερε όμως ότι σίγουρα, όποια κι αν ήταν η έκβασή της, το έργο που επιτελούσε εκείνη τη στιγμή δε θα σταματούσε με το βιολογικό του θάνατο. Έτσι κι έγινε, η φωτογραφία από εκείνο το πλυσταριό, όπου οι δολοφόνοι του εξέθεσαν το πτώμα του, έκανε το γύρο του κόσμου και αντί να σκορπίσει την οδύνη σε όσους ακολουθούσαν το ίδιο όραμα, μετέτρεψε τον πρωταγωνιστή της σε ένα αθάνατο σύμβολο. Σήμερα, 50 χρόνια μετά, λίγοι θυμούνται ακόμα και ποιος ήταν τότε ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, που καθοδηγούσε τις υπηρεσίες που “κατόρθωσαν” αυτή τη δολοφονία. Δισεκατομμύρια άνθρωποι όμως γνωρίζουν πολύ καλά σε ποιον ανήκε εκείνο το σώμα.
Η 9η Οκτώβρη στην Κούβα είναι η “Ημέρα του Ήρωα” και σε όλο τον κόσμο, 50 χρόνια μετά, αποτελεί ημερομηνία που μετράται το ειδικό βάρος ενός ανθρώπου που φρόντισε να λάμψει λίγο περισσότερο κατά τη διάρκεια του φλογερού περάσματός του από τη ζωή και να φωτίσει λίγο παραπάνω τον κόσμο μας, το δρόμο προς τα εμπρός. Είναι η μέρα που όσα περισσότερα χρόνια περνούν, όση προσπάθεια κι αν σπαταλάται για ν’αλλοιωθούν τα νοήματα της κάθε μάχης, γίνεται ακόμα πιο κατανοητό ότι το “πάντα” στο σύνθημα των Κουβανών επαναστατών “Hasta La Victoria Siempre” (“μέχρι τη νίκη πάντα”) δεν έχει όριο για όσους αντιλαμβάνονται τον κόσμο σε διαστάσεις μεγαλύτερες απ’αυτές που τους επιτρέπεται να ζούνε. Η θρυλική ματιά του Comandante είναι απλά η σημαία που μπορεί να θυμίζει αυτό το καθήκον.
“Μάθαμε να σ’αγαπάμε μέσα από τα ύψη της Ιστορίας
εκεί που ο ήλιος της γενναιότητάς σου περικύκλωσε το θάνατο”
